Κάτοχος

Η φωτογραφία μου
Αγρίνιο, Αιτωλοακαρνανίας, Greece

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ & ΨΥΧΟ(ΛΟΓΟ)ΘΕΡΑΠΕΙΑ

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ;

Εκκλησιολογικά είναι ένα μυστήριο θεοσύστατο, μέσα από το οποίο συγχωρούνται οι αμαρτίες του ανθρώπου όταν εκείνος μετανοήσει (και αυτό επειδή ο Χριστός με τη θυσία και την ανάστασή του, τις φορτώθηκε ώστε να μας απαλλάξει, μια για πάντα!). Σαν διαδικασία είναι η φανέρωση στον πνευματικό, όλων εκείνων των παραβάσεων και αμαρτιών μας σε σχέση με το θέλημα του Θεού. Αυτό δεν έχει μόνο σαν συνέπεια, ο πιστός άνθρωπος να απαλλάσσεται από το φορτίο της ενοχής απέναντι στο Θεό αλλά και να προσπαθεί πάντοτε για το καλύτερο, με σκοπό την αγάπη του Θεού και τη σωτηρία της ψυχής του. Δεν πρόκειται όμως κυρίως για ζήτημα ενοχής, η συγχώρεση είναι οντολογική δηλ. μια κατάσταση πραγματική και ουσιαστική αφού ο Θεός σβήνει ολοσχερώς το χρέος μας και μας ξαναφέρνει στην κατάσταση προ της πτώσεως, κατά τους Πατέρες. Στην πράξη όμως πολλοί άνθρωποι εξομολογούνται νομίζοντας ότι στόχος της εξαγόρευσης είναι η απαλλαγή από τις ενοχές, τη στεναχώρια και το άγχος. Έτσι συχνά δίνουν έμφαση στα συναισθήματα που νιώθουν απέναντι σε κάποια πρόσωπα και καταστάσεις με σκοπό να ανακουφιστούν και να αποφορτιστούν συναισθηματικά, αδιαφορώντας ή υποτιμώντας για το πόσο αυτές οι πράξεις τους έχουν σα συνέπεια την παραβίαση του θελήματος και της αγάπης του Θεού. Ανεξάρτητα δηλαδή από το κατά πόσον έχουν διάθεση να αλλάξουν σκέψεις και συμπεριφορά. Έτσι μπορεί η εξομολόγηση να λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά αλλά όχι απαραίτητα για τη σωτηρία της ψυχής τους.


Ο κίνδυνος αυτός ισχύει και για ορισμένους πνευματικούς να θεωρήσουν σαν κριτήριο πνευματικής καθάρσεως την ψυχολογική ηρεμία και μόνο. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια που δίδεται έμφαση στη θεραπευτική διάσταση της εκκλησίας. Η θεραπευτική αυτή διάσταση ούτως ή άλλως υπάρχει, αλλά με τη σωτηριολογική της έννοια. Την αποκατάσταση δηλαδή της επικοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό, με άλλα λόγια τη σωτηρία.

Θα δώσουμε κάποια πραγματικά παραδείγματα για να γίνω πιο κατανοητός.

Θυμάμαι μια νέα μητέρα που κλαίγοντας κάποτε εξομολογούνταν λέγοντας ότι μιλάει άσχημα στα παιδιά της (με αποτέλεσμα μετά να στεναχωριέται και η ίδια, επειδή τα υπεραγαπά!) Αργότερα μου ανέφερε παρεμπιπτόντως και σαν από ρουτίνα, το ότι επιδιώκει να έχει τυπική σχέση με την πεθερά της και την αποφεύγει επειδή δεν θέλει να έχει πολλά "πάρε δώσε" ! Την ρώτησα στο τέλος να αξιολογήσει ποιά είναι μεγαλύτερη αμαρτία, το να μιλήσει άσχημα στα παιδιά της που αγαπάει ή να μιλάει καλά στην πεθερά της αλλά από μέσα της να νιώθει ψυχρότητα ή και μίσος. Με κοίταξε έκπληκτη στην αρχή αλλά μετά συμφώνησε πώς το δεύτερο είναι χειρότερο από το πρώτο αφού παραβαίνει την εντολή της αγάπης... Της εξήγησα ότι το κλάμα της στην εξομολόγηση δεν ήταν κλάμα μετανοίας αλλά κλάμα από ψυχολογική υπερευαισθησία, λόγω αδυναμίας που είχε στα παιδιά της... Το παραδέχτηκε, μετά από σύντομη ψυχρολουσία και έδειξε προσοχή πλέον εκεί που μέχρι τώρα αγνοούσε! Ίσως μάλιστα να καυχιόταν και για τα δάκρυά της!

Για την ψυχή αυτή τα δάκρυα είχαν ανακουφιστικό ψυχολογικό χαρακτήρα (όπως πολύ συχνά συμβαίνει) και όχι χαρακτήρα μετανοίας και συντριβής ενώπιον του Θεού.

Άλλοτε συζητούσα με μια μεσόκοπη κυρία που μου διηγόταν τα πολλά βάσανα που είχαν έρθει στην οικογένεια της. Πάνω σε όλα αυτά κατέληξε, αρρώστησε και ο γιός μου... και έχω καταρρεύσει. Ούτε να νηστέψω μπορώ ούτε τίποτε... Θα μπορούσε να πει κάποιος μή νηστεύεις και πολύ, αφού δεν είσαι σε θέση αυτή την εποχή, η εκκλησία σε οικονομεί με φιλανθρωπία! Όμως το ζητούμενο ήταν άλλο! Κάτω από την αδυναμία αυτή κρυβόταν μια πιο βαριά αρρώστια που θα έπρεπε να διαγνωστεί και να θεραπευτεί. Αυτό αποκαλύφτηκε μετά από μια καίρια ψυχαναλυτική ερώτηση.

Τη ρωτάω δεν μπορείς να νηστέψεις επειδή νιώθεις αδυναμία ή επειδή αδυνάτισε η πίστη σου και δεν έχεις πλέον εμπιστοσύνη στο Θεό; Ξέσπασε σε κλάματα. Έτσι είναι μου λέει δεν πιστεύω πλέον ότι ο Θεός μπορεί να με ακούει με τόσες συμφορές που έρχονται σε μένα... Άλλη μια περίπτωση παρεξηγημένης πίστης. Και είναι τόσες πολλές που καθημερινά συναντούμε.

Το απόστημα έσπασε. Έπρεπε τώρα να τονωθεί η πίστη της ώστε να μη χάσει, όχι τη νηστεία αλλά την ψυχή της.

Πόσο αγνοούμε αγαπητή μου τον τρόπο σκέψης του Θεού, της είπα περίπου... Μπορεί βέβαια να είναι άγνωστος αλλά πρέπει να ξέρουμε τουλάχιστον πώς να αντιδρούμε εμείς σε κάθε περίσταση. Είναι δυνατόν ο Θεός να μην ξέρει τι μας συμβαίνει, είναι δυνατόν να ξεχνάει, είναι δυνατόν να μην μας ακούει όταν του ζητάμε κάτι; Απλώς έχει το δικό του σχέδιο και περιμένει για να μας δώσει όλες τις ευκαιρίες να τον αγαπήσουμε και να τον εμπιστευτούμε ώστε να στεφανωθούμε στον ουρανό και να πετύχουμε τη σωτηρία μας. Αυτή είναι η ουσιαστική θεραπεία της ψυχής, δηλ η κάθαρση από τα πάθη και η ενεργοποίηση της χάρης του Θεού που θέλει να σώσει όλους τους ανθρώπους.

ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ

Μετά τα όσα αναφέρθηκαν μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι η πνευματική ζωή είναι προϋπόθεση της υγείας της ψυχής δηλαδή της σωτηρίας αλλά δεν σημαίνει ότι θα μας οδηγήσει κατ’ανάγκη σε μια προσωπικότητα τέλεια ισορροπημένη. Όχι επειδή δεν μπορεί να το κάνει, αφού το έχει κάνει τελικά στους αγίους αλλά γιατί δεν είναι αυτοσκοπός της!

Με άλλα λόγια μπορεί να είναι κάποιος ισορροπημένος ψυχολογικά (με την καθημερινή έννοια του όρου, όπως οι περισσότεροι άνθρωποι) και να απέχει από τη σωτηρία, να απέχει από το Θεό, αφού τον έχει αρνηθεί. Αντίθετα μπορεί κάποιος να πάσχει σοβαρά ψυχολογικά και να βρίσκεται μέσα στη σωτηρία, έστω και αν κάνει βήματα σημειωτόν...

Δικαιολογείται ένας χριστιανός να καταφεύγει στον ψυχίατρο; Ένα τυπικό ερώτημα. Μοιάζει με το αν δικαιολογείται ένας που πιστεύει στο Θεό να πηγαίνει στο γιατρό για να γίνει καλά (από πνευμονία ή φυματίωση ας πούμε!) Αφού μπορεί μέσα από την προσευχή να το ζητήσει και αν θέλει ο Θεός θα το δώσει... Την απάντηση τη δίνει χαρακτηριστικά ο γ.Πορφύριος. Λέει ότι ακόμη και όταν πρόκειται για μοναχούς που πάσχουν από κάτι, και περιμένουν από έκτακτη ενέργεια του Θεού να θεραπευτούν, εμφωλεύει σε μια τέτοια στάση η υπερηφάνεια. Γιατί πρέπει να σκέφτεται κανείς, ποιός είμαι εγώ που αξίζω ένα θαύμα από το Θεό;


Έπειτα ας μη ξεχνάμε ότι "ο Θεός τρέφει ασφαλώς τα πουλιά αλλά δεν τους βάζει και το φαγητό στη φωλιά"! Με άλλα λόγια ο άνθρωπος πρέπει να κάνει ότι περνάει από το χέρι του και τότε θα κάνει και ο Θεός το καθήκον του όπως έλεγε και ο γ. Παΐσιος. Υπάρχουν όμως και σήμερα χριστιανοί που περιμένουν από το Θεό να κάνει σε κείνους ένα θαύμα, να τους απαλλάξει από μια ασθένεια ή από ένα ψυχολογικό φορτίο.
Δυστυχώς υπάρχουν εξ άλλου και χριστιανοί που δεν έχουν υπομονή να περιμένουν χρησιμοποιώντας την ιατρική επιστήμη και καταφεύγουν σε "εναλλακτικές θεραπείες" που υπόσχονται λύσεις μαγικές στο "εδώ και τώρα" (ομοιοπαθητική, βελονισμός, σιάτσου κ.α.) και είναι της μόδας σήμερα. Είναι όμως ύποπτης προέλευσης παρότι έρχονται με το μανδύα της φυσικής και ακίνδυνης θεραπείας, επικίνδυνης όμως όταν υπόσχονται αποτελέσματα που μόνο σε εξωγήινες δυνάμεις μπορούν να αποδοθούν!

Μπορεί η πνευματική ζωή να δημιουργήσει ψυχοπαθολογία;

Η ψυχοπαθολογία πιστεύω ότι προέρχεται από το διχασμό του σύγχρονου χριστιανού που καταντά μια πνευματική σχιζοφρένεια όταν προσπαθεί να συμβιβάσει και το Θεό και τον κόσμο. Είναι σαν να προσπαθεί να βαδίσει με το ένα πόδι στο δρόμο και το άλλο στο πεζοδρόμιο!

Επίσης όταν αντιληφθεί κάποιος την πνευματική ζωή "ευσεβιστικά", σαν μια σειρά εφαρμογής ηθικών κανόνων και όχι σαν μια σχέση ελευθερίας εν Χριστώ Ιησού.

Ε Π Ι Λ Ο Γ Ο Σ

Τα ψυχολογικά "συμπλέγματα" μας δεν πρέπει να μας φοβίζουν αλλά να προσπαθούμε μέσα από την αυτογνωσία και την καθημερινή προσπάθεια να τα διορθώνουμε και προς την κατεύθυνση αυτή βοηθάει και η ψυχοθεραπεία. Παράλληλα, όσον αφορά στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει λόγος να αγωνιούμε και να συγκρίνουμε τον εαυτό μας με άλλους... Στο κάτω-κάτω οι αδυναμίες μας, θα είναι τα ελαφρυντικά μας εκείνη την ημέρα όταν ο Κύριος θα μας ζητήσει λόγο για τις πράξεις μας, ανάλογα με τα τάλαντα που μας εμπιστεύτηκε.

Αναμφισβήτητα η αγιότητα σημαίνει ανακαινισμένο άνθρωπο και μεταμορφούμενο "κατά το μέτρον της δωρεάς του θεού". Τότε όλα τα σκοτεινά σημεία φωτίζονται και η προσωπικότητά του ισορροπεί. Τότε προγεύεται της βασιλείας του Θεού.

Όμως σκοπός της πνευματικής ζωής δεν είναι η βελτίωση της προσωπικότητας αλλά η προσέγγιση του Θεού (μέθεξη). Τα υπόλοιπα, όσα επακολουθήσουν, είναι δωρεές του Θεού που θα έρθουν όταν και εάν Εκείνος το κρίνει σκόπιμο και μπορεί ακόμη και στο τέλος της ζωής μας.

Το ζήτημα είναι να μη ζητάμε χαρίσματα αλλά την εφαρμογή του θελήματος του Θεού στη ζωή μας, με εμπιστοσύνη και αγάπη και τότε Εκείνος θα έρθει και θα μπει εγγυητής σε κάθε μας πρόβλημα και δυσκολία, θα μας δώσει την ψυχική γαλήνη και την ειρήνη Του.

π. Αντώνιος Στυλιανάκης 
Ψυχοθεραπευτής
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ.

Ο θάνατος το τίμημα της αμαρτίας.

Ο θάνατος είναι καρπός της αμαρτίας. Εχθρόν τού ανθρώπου τον αποκαλεί ο Απ. Παύλος. Δεν τον έκαμε ο Θεός, ο οποίος έπλασε τον άνθρωπο αθάνατο. Με ψυχή αθάνατη και με σώμα αθάνατο. Ο θάνατος «εισήλθεν εις τον κόσμον» με πρωτοβουλία τού διαβόλου, εξ αιτίας τού φθόνου του για τον άνθρωπο και ήλθε μετά την πρώτη αμαρτία, την «πτώσιν» ως τίμημα της, ως τιμωρία. Ως τιμωρία ο θάνατος πλήττει μόνο το σώμα, που έκτοτε έγινε φθαρτό και θνητό. Πεθαίνει, λέμε ο άνθρωπος, και εννοούμε ότι παύει να ζει, να κινείται, να ομιλεί, να δρα. Το σώμα του το τοποθετούμε μέσα στη γη, το παραδίδουμε στη φθορά. Ύστερα από λίγα χρόνια, τις σάρκες του τις έχουν φάγει τα σκουλήκια, τίποτε δεν μένει, μόνο τα κόκκαλα. Μπροστά στο φρικτό αυτό θέαμα σταματά ο νους τού ανθρώπου. Δεν θέλει να πεθάνει κανείς μας. Όσο κι αν ο θάνατος είναι το πιο βέβαιο γεγονός, όσο κι αν παραδεχόμαστε ότι κάποτε θα πεθάνουμε, όπως πέθαναν όλοι όσοι έζησαν σ αυτό τον κόσμο, εν τούτοις δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε και να συμφιλιωθούμε με το γεγονός αυτό. Και είναι και τούτο μια ακόμη απόδειξη τού ότι είμαστε πλασμένοι γιά την αιωνιότητα και την αφθαρσία. Μπορεί η αμαρτία να μας έφερε το θάνατο, άλλα τον έφερε σαν ανεπιθύμητο Επισκέπτη, από τον οποίο ζητούμε να απαλλαγούμε το συντομότερο. Δεν τον ανεχόμαστε και δεν τον Επιθυμούμε. Όνειρο τού ανθρώπου είναι να κατανικήσει το θάνατο, να παρατείνει τη ζωή του στη γη. Γι' αυτό και ο Απ. Παύλος θριαμβευτικά τονίζει πως θα έλθει στιγμή που ο κάθε πιστός άνθρωπος θα ανακράξει: «Που σου θάνατε το κέντρον, που σου Αδη το νίκος;». Πότε θα γίνει αυτό; Όταν πιστέψουμε ότι ο Χριστός ανέστη. Γιατί η Ανάσταση τού Χριστού είναι αναίρεση τού θανάτου, είναι εξαγορά της αμαρτίας. Ο Χριστός ενίκησε το θάνατο με τον δικό του θάνατο. «Θανάτω θάνατον πατήσας». Έκτοτε πια ο θάνατος είναι πρόσκαιρος για μας. Δεν μας κρατάει αιώνια στην ψυχρή του αγκαλιά. Προς στιγμήν μας Επισκέπτεται, αλλά τελικά δεν κυριαρχεί επάνω μας. Όμορφα αποδίδει την αλήθεια αυτή ο ψαλμωδός τού Μ. Σαββάτου; «Βασιλεύει αλλ'; ουκ αιωνίζεί άδης τού γένους των βροτών. Σύ γαρ τεθείς εν τάφω Κραταιέ ζωαρχική παλάμη τα τού θανάτου κλείθρα δυεσπάραξας και εκήρυξας τοις απ'; αιώνων καθεύδουσι λύτρωσιν αψευδή Σώτερ γέγονας νεκρών πρωτότοκος».


Τι θα συμβεί μετά το θάνατο μας.

Στη ζωή, λοιπόν, αυτή είμαστε προσωρινοί και μέλλουμε να αποδημήσουμε σαν τα πουλιά που έρχονται κάπου γιά να φύγουν στην εποχή τους. Κανείς δεν έμεινε επί της γης αθάνατος. Όσοι γεννηθήκαμε, θα πεθάνουμε κάποτε. Και αξίζει να μάθουμε τι περί θανάτου και περί των μετά θάνατον διδάσκει η Εκκλησία μας, Γιατί μόνο αυτή η διδασκαλία μπορεί να ρίψει κάποιο φως και να φωτίσει κάπως το «φοβερώτερον τού θανάτου μυστήριον». Ας ακούσουμε τον ιερό Χρυσόστομο σε μια χαρακτηριστική του ομιλία να ομιλεί για τη ματαιότητα της ζωής αυτής και γιά τον θάνατο που σαν καθολικό φαινόμενο την χαρακτηρίζει;
«Δεν γνωρίζεις ότι η ζωή αυτή είναι αποδημία; Νομίζεις ότι είσαι μόνιμος κάτοικος μιας πόλεως. Είσαι ταξιδιώτης. Δεν είσαι μόνιμος κάτοικος, άλλα οδοιπόρος. Μη μου πεις ότι ανήκω εις αυτήν ή εκείνην την πόλη. Κανείς δεν έχει εδώ πόλη. Η πόλη είναι άνω. Η παρούσα ζωή είναι πορεία. Η ζωή αυτή είναι ξενοδοχείον. Όταν εισέλθεις εις ξενοδοχείον τι λέγεις εις τον υπηρέτην; Πρόσεξε που θα τοποθετήσεις τις αποσκευές μου. Μην αφήνεις τίποτε εδώ δια να μη χαθεί. Όλα να μεταφερθούν εις το σπίτι μου. Αυτό πρέπει να κάμομε και εμείς εις την ζωήν αυτήν. Ας την βλέπομεν ως ξενοδοχείον και ας μη αφήσομεν να μείνει τίποτε εις το ξενοδοχείον. Όλα ας τα μεταφέρομεν εις την μόνιμον πατρίδα μας.
Είσαι οδοιπόρος και ταξιδιώτης και μάλιστα κάτι ολιγότερον από ταξιδιώτης. Πως; Να σου είπω; Ο οδοιπόρος χωρίζει πότε έρχεται και πότε φεύγει από το ξενοδοχείο, επειδή αυτός ορίζει τον χρόνον που θα εισέλθει και θα εξέλθει. Εμείς όμως εισερχόμεθα εις το ξενοδοχείο της ζωής χωρίς να γνωρίζομεν πότε θα εξέλθομεν. Μερικές μάλιστα φορές παρασκευάζομεν τροφάς δια πολύν χρόνον, ακόμη και την στιγμήν που μας καλεί ο Δεσπότης πλησίον Του».

Ο θάνατος, λοιπόν, είναι μία κλήση τού Θεού. Μάς καλεί ο Θεός να μεταβούμε κάπου άλλου. Που; Καμιά φιλοσοφία και κανένας ανθρώπινος στοχασμός δεν μπόρεσε ούτε μπορεί να απαντήσει αυθεντικά στο κρίσιμο αυτό ερώτημα. Ο άνθρωπος μπορεί να περιγράψει το θάνατο, όχι να τον ερμηνεύσει. Δεν γνωρίζει τι τον ακολουθεί, που πηγαίνει ο άνθρωπος, τι κάνει εκεί. Όλα αυτά καμιά Επιστήμη, καμιά σκέψη ανθρώπου δεν μπορεί να τα εξιχνιάσει. Γιατί απλούστατα δεν υποπίπτουν στις ανθρώπινες δυνατότητες, δεν επιδέχονται παρατήρηση, πείραμα, λογισμό. Είναι της πίστεως θέματα. Μόνο με την πίστη και με την αποκάλυψη της αλήθειας από τον ίδιο τον Θεό μπορούμε κάτι να μάθουμε για τα έσχατά μας. Επομένως όχι η περιγραφή, αλλά η εξήγηση τού φαινομένου τού θανάτου τού ανθρώπου μας ενδιαφέρει και αυτό είναι το πιο σπουδαίο.
Βέβαια ακόμη και στην περιγραφή τού θανάτου ο άνθρωπος υστερεί. Ακόμη συζητούν οι ιατροί για το τι είναι θάνατος και κυρίως για το πότε επέρχεται. Και δεν συμφωνούν στα σημεία αυτά, γατί νεώτερες έρευνες πείθουν ότι ο άνθρωπος δεν πεθαίνει «όταν βγει η ψυχή του» όπως λέμε, ούτε όταν κλείσει τα μάτια του, ούτε ακόμη όταν ο εγκεφαλογράφος παρουσιάζει ευθεία τη γραμμή τού εγκεφαλογραφήματος. Το ζήτημα τού πότε επέρχεται ακριβώς ο θάνατος στασιάζεται σήμερα. Και ασφαλώς κάπου θα καταλήξουν οι αρμόδιοι, όμως από αυτό αντιλαμβανόμεθα πόσο δύσκολο είναι να μας πη η Επιστήμη τι συμβαίνει ύστερα από το θάνατο, όταν τον ίδιο το θάνατο που βλέπει και ψηλαφά δυσκολεύεται να προσδιορίσει με ακρίβεια.


Η ώρα τού θανάτου.

Η Εκκλησία αποκαλεί τον θάνατον «φοβερότατον μυστήριον». Και πράγματι είναι. Μιλάει ακόμη για «αγώνα της ψυχής» που χωρίζεται από το σώμα. Τα πατερικά βιβλία είναι γεμάτα από ιστορίες που έχουν σχέση με τις τελευταίες στιγμές τού ανθρώπου. Σταχυολογώντας τις πληροφορίες από αυτά μπορούμε ως εξής να περιγράψουμε αυτές τις στιγμές:

Φαίνεται ότι ο άνθρωπος κατά την ώρα τού θανάτου του βλέπει διάφορα οράματα. Ο άγιος Σισώης όταν απέθνησκε συνομιλούσε με αγγέλους. Ο άγιος Αντώνιος είδε την ψυχή τού αββά Αμμούν να την παίρνουν άγγελοι. Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μιλώντας για τις τελευταίες στιγμές τού μονάχου Στεφάνου, μας πληροφορεί ότι εκείνος αποκρινόταν: «ναι ή όχι δεν το έκαμα». Όλα αυτά και άλλα πολλά πείθουν ότι κατά τη φρικτή αυτή ώρα γίνεται κάποια υπενθύμιση των αμαρτιών που διέπραξε στη γη ο αποθνήσκων άνθρωπος. Η ψυχή δηλαδή κυκλώνεται από άθλους και από δαίμονες. Ο ιερός Χρυσόστομος ομιλεί γι'; αυτούς και τους αποκαλεί «άθλους απειληφόρους και δυνάμεις απότομους». Τα ίδια πατερικά βιβλία αποκαλούν τους δαίμονες «τελώνια». Η λέξη προδίδει την ύπαρξη εμποδίων ή έλεγχου για τη μετάβαση της ψυχής στον ουρανό. Και πράγματι γίνεται πόλεμος εκείνη την ώρα για την κατοχή μιας ψυχής. Περί των τελωνίων ομιλεί ο αρχαίος εκκλησιαστικός συγγραφεύς Ωριγένης, και επιμένει στη διαδικασία που γίνεται αυτή την ώρα για την τύχη της ψυχής. «Ταρτάριοι άρχοντες και σκοτειναί παρατάξεις» κατά τον άγιο Διάδοχο Φωτικής κυκλώνουν το νεκρικό κρεβάτι. Ο Δε Κύριλλος Αλεξανδρείας συμπληρώνει: «Η ψυχή χωριζόμενη βλέπει τους φοβερούς και αγρίους και απηνείς και ανηλεείς και εχθίστους δαίμονας ως Αιθίοπας ζοφώδεις περιιπταμένους». Τα τελώνια αυτά είναι, κατά τα πατερικά βιβλία, πέντε: ήτοι της καταλαλιάς, της οράσεως, της ακοής, της οσφρήσεως και της αφής, όσες δηλαδή και οι αισθήσεις μας. Οι αγαθοί άγγελοι που παρίστανται δεν εγκαταλείπουν στην τύχη της την ψυχή. Αγωνίζονται να την κερδίσουν για τον ουρανόν.


Η ώρα τού θανάτου είναι η πιο φρικτή. Όλα αυτά συμβαίνουν αυτήν την ώρα και εμείς δεν παίρνουμε είδηση. Η Εκκλησία μας, όμως, που διδάσκει αυτά μας προτρέπει να ευχόμαστε για την ώρα τού θανάτου μας. Και πρώτα απ'; όλα έχει ειδικές ευχές εις Ψυχορραγούντα. Ο ιερεύς δηλ. προσέρχεται παρά την κλίνην τού αποθνήσκοντος και δέεται να διευκολύνει ο Θεός την έξοδο της ψυχής του και να την πάρει μαζί του. Οι ευχές αυτές είναι χαρακτηριστικές και αποδίδουν όλη την ιερή παράδοση γι' αυτή τη δύσκολη ώρα. Παράλληλα, πως είπαμε, η Εκκλησία μας μας διδάσκει να προσευχόμαστε για την ώρα τού θανάτου μας να μην είναι αιφνίδια και να μη περιέλθουμε στην κυριαρχία των τελωνίων, των δαιμόνων: «Και εν τω καιρώ της εξόδου μου, την αθλίαν μου ψυχήν περιέπουσα και τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων πόρρω αυτής απελαύνουσα» λέμε προς την Παναγίαν μας.

Περί της υπάρξεως των τελωνίων ομιλεί και ο ιερός Χρυσόστομος, όταν αναφέρεται στο θάνατο αθώων νηπίων, τα οποία λέγουν διηγούμενα: «Ημείς επεράσαμε από τους πονηρούς δαίμονας χωρίς να πάθομε τίποτε. Διότι τα σκοτεινά τελώνια είδον το σώμα μας άσπιλον και ησχύνθησαν. Είδον την ψυχή μας άκακον και καθαράν και ενετράπησαν. Είδον την γλώσσαν άσπιλον και άμωμον και εφιμώθησαν. Παρήλθομεν και ηυτελίσαμεν αυτούς. Δια τούτο οι άγιοι τού Θεού άγγελοι έχαιρον, οι δίκαιοι μας ησπάζοντο, οι όσιοι ετέρποντο λέγοντες καλώς ήλθον τα αρνία τού Χριστού».


+Μακ. Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2009

Τρόποι και Ωφέλη της Νηστείας.

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΟΥΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ

Ας ἔρθει, λοιπόν, ἀνάμεσά μας ὁ μαθητής τοῦ Χριστοῦ. Ἄς μᾶς διδάξει τόν τρόπο τὴς νηστείας. Ἄς τόν ἀκούσουμε πού λέει: 'Νηστεία καθαρή καί ἀμόλυντη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα εἶναι αὐτή: νά ἐπισκέπτεται κανείς ὀρφανά καί χῆρες στή θλίψη τους καί νά τηρεῖ τόν ἑαυτό του ἀμόλυντο ἀπό τόν κόσμο'. Πῶς ὅμως καί μέ ποιό τρόπο θά ἐπιτύχουμε αὐτά πού ἐλέχθησαν, εἶναι εὔκολο νά ἀνεύρουμε. Διότι ἀρκεῖ, νομίζω, γι᾿ αὐτούς πού σκέπτονται σωστά καί αὐτός ὁ φυσικός νόμος, πού ἀφ᾿ ἑνός μᾶς διδάσκει νά μισοῦμε ὅσα φαίνεται νά εἶναι ἀντίθετα στίς θεῖες ἐντολές καί ἀφ᾿ ἑτέρου μᾶς παρακινεῖ νά κρατοῦμε μέσα μας τό θέλημα τοῦ Νομοθέτου. Ἄν τώρα κάποιος νομίζει ὅτι γι᾿ αὐτό χρειαζόμαστε ἀκόμη πιό σαφῆ παραγγέλματα, ἄς ἀκούσει τόν Παῦλο πού λέει: 'Νεκρώσατε ὅ,τι γήινο εἶναι μέσα σας, δηλαδή τήν πορνεία, τήν ἀκαθαρσία, τό πάθος, τήν κακή ἐπιθυμία'. Διότι, βέβαια, δέν θά ἐπιτύχουμε τή χάρη πού παρέχει ἡ ἀληθής νηστεία ἁπλῶς μέ τήν ἀσιτία καί μέ τήν ἀπόρριψη μόνο τῶν τροφῶν. Οὔτε πάλι, ἔχοντας ἀπόσχει ἀπό αὐτά καί μόνο, θά γίνουμε ἐξάπαντος καθαροί καί ἅγιοι, ἀλλά ἀποδιώκοντας ἀπό τή διάνοιά μας ἐκεῖνα, γιά τά ὁποῖα βρέθηκε καί τό φάρμακο τῆς νηστείας».

ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

  

ΠΩΣ ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ ΝΑ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ 

Νηστεύεις; Ἀπόδειξέ μού το διά μέσου τῶν ἴδιων ἔργων. Ποιά ἔργα ἐννοεῖ; Ἄν δεῖς φτωχό, νά τόν ἐλεήσεις. Ἄν δεῖς ἐχθρό, νά συμφιλιωθεῖς μαζί του. Ἄν δεῖς μιά ὄμορφη γυναίκα, νά τήν ἀντιπαρέλθεις. Ἄς μή νηστεύει λοιπόν μόνο τό στόμα, ἀλλά καί τό μάτι καί ἡ ἀκοή, καί τά πόδια καί τά χέρια καί ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός μας.
Νά νηστεύουν τά χέρια, παραμένοντας καθαρά ἀπό τήν ἁρπαγή καί τήν πλεονεξία. Νά νηστεύουν τά πόδια, ξεκόβοντας ἀπό τούς δρόμους πού ὁδηγοῦν σέ ἁμαρτωλά θεάματα. Νά νηστεύουν τά μάτια, ἐξασκούμενα νά μήν πέφτουν ποτέ λάγνα πάνω σέ ὄμορφα πρόσωπα, οὔτε νά περιεργάζονται τά κάλλη τῶν ἄλλων...
Δέν τρῶς κρέας; Νά μή φᾶς καί τήν ἀκολασία διά μέσου τῶν ματιῶν. Ἄς νηστεύει καί ἡ ἀκοή. Καί νηστεία τῆς ἀκοῆς εἶναι νά μή δέχεται κακολογίες καί διαβολές... Ἄς νηστεύει καί τό στόμα ἀπό αἰσχρά λόγια καί λοιδορίες. Διότι τί ὄφελος ἔχουμε, ὅταν ἀπέχουμε ἀπό πουλερικά καί ψάρια, δαγκώνουμε ὅμως καί κατατρῶμε τούς ἀδελφούς μας;».

ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

ΧΡΕΟΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ Η ΝΗΣΤΕΙΑ

 Πρέπει καί ἡμεῖς, ἀδελφοί μου, οἱ εὐσεβεῖς χριστιανοί, νά νηστεύωμεν πάντοτε, μά περισσότερον τήν Τετράδη, διατί ἐπουλήθηκε ὁ Κύριος καί τήν Παρασκευή διατί ἐσταυρώθη. Ὁμοίως ἔχομε χρέος νά νηστεύωμεν καί τές ἄλλες Τεσσαρακοστές, καθώς ἐφώτισε τό Ἅγιον Πνεῦμα τούς ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας καί μᾶς ἔγραψαν διά νά νηστεύωμεν, νά νεκρώνωμεν τά πάθη, νά ταπεινώνωμεν τή σάρκα, τό σῶμα, ὁπού εἶναι ἕνας λύκος, ἕνα γουρούνι, ἕνα θηρίον, ἕνα λιοντάρι. Καί μάλιστα μέ τά ὀλίγα ζοῦμεν μέ εὐκολία καί ὅταν τρώγομεν πολλά, θέλομεν καί ἔξοδα πολλά. Ἐγώ τώρα ἠμπορῶ νά ζήσω μέ ἑκατό δράμια ψωμί. Ἐκεῖνα τά εὐλογεῖ ὁ Θεός διατί εἶναι ἀναγκαῖα καί ὄχι νά τρώγομεν ἑκατόν δέκα. Ἐκεῖνα τά δέκα τά καταρᾶται, διατί εἶναι χαράμι, εἶναι ἐκεινοῦ τοῦ πεινασμένου. Φυλάγετε αὐτές τίς τέσσερες Τεσσαρακοστές, χριστιανοί μου; Ἐδῶ πῶς πηγαίνετε; Ἄν εἶσθε χριστιανοί, πρέπει νά τές φυλάγετε, μάλιστα τήν Μεγάλην Τεσσαρακοστή».
ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ
 
ΟΙ ΩΦΕΛΕΙΕΣ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ

 Η νηστεία γεννᾶ τούς προφῆτες, δυναμώνει τούς δυνατούς. Ἡ νηστεία κάνει σοφούς τούς νομοθέτες· εἶναι τό καλό φυλαχτό τῆς ψυχῆς, ὁ πιστός σύντροφος τοῦ σώματος, τό ὅπλο γι᾿ αὐτούς πού ἀριστεύουν, τό γυμναστήριο γιά τούς ἀθλητές. Αὐτή ἀποκρούει πειρασμούς, αὐτή προετοιμάζει γιά τήν ἀπόκτηση εὐσέβειας· εἶναι σύντροφος τῆς νήψεως καί δημιουργός τῆς σωφροσύνης. Στούς πολέμους φέρεται μέ γεναιότητα, ἐν καιρῷ εἰρήνης διδάσκει τήν ἡσυχία. Ἁγιάζει τόν Ναζιραῖο καί τελειοποιεῖ τόν ἱερέα».
«Ἡ νηστεία ἔσβυσε τή δύναμη τῆς φωτιᾶς κι ἔφραξε τά στόματα τῶν λιονταριῶν. Ἡ νηστεία ἀνεβάζει τήν προσευχή στόν οὐρανό, μέ τό νά γίνεται τρόπον τινά ἡ φτερούγα στήν πορεία πρός τά ἄνω. Ἡ νηστεία κάνει τά σπίτια νά προκόβουν, εἶναι ἡ μητέρα τῆς ὑγείας, ἡ παιδαγωγός τῆς νεότητας, τό στολίδι τῶν γερόντων, ἡ καλή σύντροφος τῶν ὁδοιπόρων, ὁ πιστός συγκάτοικος αὐτῶν πού συνοικοῦν».
 
ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

ΟΙ ΚΑΡΠΟΙ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ

 Η νηστεία προστατεύει τά νήπια, σωφρονίζει τό νέο, κάνει σεβαστό τό γέροντα. Διότι τά γεράματα, στολισμένα μέ τή νηστεία, γίνονται πιό σεβαστά.
Γιά τίς γυναῖκες εἶναι ὁ πιό κατάλληλος στολισμός, γι' αὐτούς πού βρίσκονται στήν ἀκμή τῆς ἡλικίας, τό χαλινάρι· εἶναι τό φυλακτό τῶν συζύγων καί ἡ τροφός αὐτῶν πού παρθενεύουν. Μέ αὐτούς τούς τρόπους ἡ νηστεία βοηθᾶ σέ κάθε σπίτι.
Ποιά, ὅμως, εἶναι ἡ σημασία της γιά τή δημόσια ζωή μας; Ὁλόκληρη τήν πόλη καί ὅλο τόν λαό τούς ἐπαναφέρει ἀμέσως στήν τάξη, καταστέλλει τίς κραυγές, ἀπομακρύνει τίς κακολογίες... Ἄν ὅλοι τήν παρελάμβαναν ὡς σύμβουλο σ᾿ αὐτά πού ὀφείλουν νά πράξουν, τίποτε δέν θά ἐμπόδιζε νά εἴχαμε βαθιά εἰρήνη σ᾿ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη...
Κι οὔτε πάλι ὁ βίος μας θά ἦταν τόσο πολυστένακτος καί γεμάτος κατήφεια, ἄν ἡ νηστεία κυβερνοῦσε τή ζωή μας. Διότι εἶναι φανερό ὅτι θά δίδασκε σέ ὅλους ὄχι μόνο τήν ἐγκράτεια τῶν τροφῶν, ἀλλά τήν πλήρη ἀποφυγή καί ἀποξένωση ἀπό τή φιλαργυρία, τήν πλεονεξία καί ἀπό κάθε ἄλλη κακία».
ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ  

( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ. Συμεών Κούτσα:
Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ)

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

Τά Ψυχοσάββατα 

Μέσα στήν ἰδιαίτερη μέριμνά της γιά τούς κεκοιμημένους ἡ ἁγία ᾿Εκκλησία μας ἔχει καθορίσει ξεχωριστή ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος γι’ αὐτούς. ῞Οπως ἡ Κυριακή εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, ἕνα ἑβδομαδιαῖο Πάσχα, ἔτσι τό Σάββατο εἶναι ἡ ἡμέρα τῶν κεκοιμημένων, γιά νά τούς μνημονεύουμε καί νά ἔχουμε κοινωνία μαζί τους. Σέ κάθε προσευχή καί ἰδιαίτερα στίς προσευχές τοῦ Σαββάτου ὁ πιστός μνημονεύει τούς οἰκείους, συγγενεῖς καί προσφιλεῖς, ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς του πού ἔφυγαν ἀπό τόν κόσμο αὐτό, ἀλλά ζητᾶ καί τίς προσευχές τῆς ᾿Εκκλησίας γι’ αὐτούς. Στό δίπτυχο, πού φέρνουμε μαζί μέ τό πρόσφορο γιά τή θεία Λειτουργία, ἀναγράφονται τά ὀνόματα τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων, τά ὁποῖα μνημονεύονται.

Σέ ἐτήσια βάση ἡ ᾿Εκκλησία ἔχει καθορίσει δύο Σάββατα, τά ὁποῖα ἀφιερώνει στούς κεκοιμημένους της. Εἶναι τά μεγάλα Ψυχοσάββατα· τό ἕνα πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς ᾿Απόκρεω καί τό ἄλλο πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς. Μέ τό δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται ἡ πίστη μας γιά τήν καθολικότητα τῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς ὁποίας τήν ἵδρυση καί τά γενέθλια γιορτάζουμε κατά τήν Πεντηκοστή. Μέσα στή μία ᾿Εκκλησία περιλαμβάνεται ἡ στρατευομένη ἐδῶ στή γῆ καί ἡ θριαμβεύουσα στούς οὐρανούς.

Τό Ψυχοσάββατο πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῆς ᾿Απόκρεω ἔχει τό ἑξῆς νόημα· ῾Η ἑπόμενη ἡμέρα εἶναι ἀφιερωμένη στή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἐκείνη τή φοβερή ἡμέρα κατά τήν ὁποία ὅλοι θά σταθοῦμε μπροστά στό θρόνο τοῦ μεγάλου Κριτῆ. Γιά τό λόγο αὐτό μέ τό Μνημόσυνο τῶν κεκοιμημένων ζητοῦμε ἀπό τόν Κύριο νά γίνει ἵλεως καί νά δείξει τή συμπάθεια καί τή μακροθυμία του, ὄχι μόνο σέ μᾶς ἀλλά καί στούς προαπελθόντας ἀδελφούς, καί ὅλους μαζί νά μᾶς κατατάξει μεταξύ τῶν υἱῶν τῆς βασιλείας του.

Κατά τά δύο μεγάλα Ψυχοσάββατα ἡ ᾿Εκκλησία μᾶς καλεῖ σέ μία παγκόσμια ἀνάμνηση «πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου».
Μνημονεύει:

* ῞Ολους ἐκείνους πού ὑπέστησαν «ἄωρον θάνατον», σέ ξένη γῆ καί χώρα, σέ στεριά καί σέ θάλασσα.

* ᾿Εκείνους πού πέθαναν ἀπό λοιμική ἀσθένεια, σέ πολέμους, σέ παγετούς, σέ σεισμούς καί θεομηνίες. 

* ῞Οσους κάηκαν ἤ χάθηκαν. 

* ᾿Εκείνους πού ἦταν φτωχοί καί ἄποροι καί δέν φρόντισε κανείς νά τούς τιμήσει μέ τίς ἀνάλογες ᾿Ακολουθίες καί τά Μνημόσυνα.

῾Ο Θεός δέν περιορίζεται ἀπό τόπο καί χρόνο. Γι᾿ Αὐτόν εἶναι γνωστά καί συνεχῶς παρόντα ὄχι μόνο ὅσα ἐμεῖς ἀντιλαμβανόμαστε στό παρόν, ἀλλά καί τά παρελθόντα καί τά μέλλοντα. Τό διατυπώνει λυρικότατα μία προσευχή τῆς ᾿Ακολουθίας τῆς θείας Μεταλήψεως, πού ἀποδίδεται στόν ἅγιο ᾿Ιωάννη Δαμασκηνό ἤ στόν ἅγιο Συμεών τόν νέο θεολόγο: 

«᾿Επί τό βιβλίον δέ σου καί τά μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα σοι τυγχάνει».

῾Ο Θεός ἔχει γραμμένες στό βιβλίο τῆς ἀγάπης του καί τίς πράξεις πού θά γίνουν στό μέλλον, ἄρα καί τίς προσευχές πού ἀναπέμπουμε τώρα γιά πρόσωπα πού ἔζησαν στό παρελθόν. ῾Ως αἰώνιος καί πανταχοῦ παρών ὁ πανάγαθος Κύριός μας ᾿Ιησοῦς Χριστός ἀγκαλιάζει μέ τή θεία του πρόνοια τό ἄπειρο σύμπαν καί τούς ἀτέρμονες αἰῶνες. ῞Ολους τούς ἀνθρώπους πού ἔζησαν, ζοῦν καί θά ζήσουν τούς νοιάζεται ἡ ἀγάπη του· «ἡ γάρ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ συνέχει ἡμᾶς» (Β´ Κο 5,14)


Μέ αὐτήν τήν πίστη ἀναθέτουμε στήν ἀγάπη καί στήν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ «ἑαυτούς καί ἀλλήλους», τούς ζωντανούς ἀλλά καί τούς κεκοιμημένους μας.

Στέργιου  Ν. Σάκκου

Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2009

Ο θρίαμβος της Εκκλησίας.

Πως αποδεικνύεται ότι ο Χριστός είναι Θεός; Στο βασικό αυτό ερώτημα ας μην προσπαθήσουμε ν΄απαντήσουμε με το επιχείρημα της δημιουργίας του ουρανού και της γης, γιατί ο άπιστος δεν θα το παραδεχθεί.

Αν του πούμε ότι ανέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, έδιωξε δαιμόνια, ούτε τότε θα συμφωνήσει. Αν του πούμε ότι υποσχέθηκε ανάσταση νεκρών, βασιλεία ουρανών και ανέκφραστα αγαθά, τότε όχι μόνο δεν θα συμφωνήσει, αλλά και θα γελάσει.

Πως λοιπόν θα τον οδηγήσουμε στην πίστη, και μάλιστα όταν δεν είναι πνευματικά καλλιεργημένος; Ασφαλώς με το να στηριχθούμε σε αλήθειες, που και εμείς και αυτός παραδεχόμαστε χωρίς καμιάν αντίρρηση και αμφιβολία.

Σε ποιο λοιπόν σημείο συμφωνούμε μαζί του απόλυτα; Στο ότι ο Χριστός φύτεψε την Εκκλησία. Απ΄αυτό θα φανερώσουμε τη δύναμη και θ΄αποδείξουμε τη θεότητα του Χριστού. Θα δούμε ότι είναι αδύνατο να αποτελεί ανθρώπινο έργο η διάδοση του Χριστιανισμού σε όλη την οικουμένη μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.

Και μάλιστα, όταν η χριστιανική ηθική προσκαλεί στην ανώτερη ζωή ανθρώπους με κακές συνήθειες, δούλους της αμαρτίας. Και όμως, ο Κύριος κατόρθωσε να ελευθερώσει απ΄όλα αυτά όχι μόνο εμάς, μα ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Κι αυτό το κατόρθωσε χωρίς να χρησιμοποιήσει όπλα, χωρίς να ξοδέψει χρήματα, χωρίς να κινητοποιήσει στρατούς, χωρίς να προκαλέσει πολέμους. Το κατόρθωσε ξεκινώντας με δώδεκα μόνο μαθητές, που ήταν άσημοι, αμόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, άοπλοι...
Με τέτοιους ανθρώπους κατόρθωσε να πείσει τα έθνη, να σκέφτονται σωστά, όχι μόνο για την παρούσα ζωή, αλλά και για τη μέλλουσα. Μπόρεσε να καταργήσει προγονικούς νόμους, να ξεριζώσει αρχαίες συνήθειες και να φυτέψει νέες. Μπόρεσε να αποσπάσει τον άνθρωπο από τον εύκολο τρόπο ζωής και να τον οδηγήσει στο δύσκολο. Και όλα αυτά τα κατόρθωσε, ενώ όλοι Τον πολεμούσαν, ενώ ο ίδιος είχε υπομείνει εξευτελιστική σταύρωση και ταπεινωτικό θάνατο!
Ασφαλώς δεν συμβαίνουν αυτά στους ανθρώπους. Μάλλον τα αντίθετα συμβαίνουν. Εφόσον δηλαδή ζουν και ευδοκιμούν οι ίδιοι, το έργο τους προοδεύει. Όταν όμως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ότι δημιούργησαν. Και αυτό το παθαίνουν όχι μόνο οι πλούσιοι ούτε μόνο οι άρχοντες, αλλά και οι κυβερνήτες ακόμα. Γιατί και οι νόμοι τους καταλύονται και η μνήμη τους σβήνει και το όνομά τους ξεχνιέται και οι έμπιστοι άνθρωποί τους παραγκωνίζονται. Αυτά συμβαίνουν σ΄εκείνους, που πρώτα με ένα νεύμα κυβέρνησαν λαούς και οδήγησαν στον πόλεμο ολόκληρες στρατιές. Σ΄εκείνους που καταδίκαζαν σε θάνατο και που ανακαλούσαν εξόριστους.

Στον Κύριο όμως έγινε ακριβώς το αντίθετο. Θλιβερή ήταν η κατάσταση του έργου Του πριν από τη σταύρωση: Ο Ιούδας Τον πρόδωσε, ο Πέτρος Τον αρνήθηκε, οι υπόλοιποι μαθητές έφυγαν για να σωθούν και πολλοί πιστοί Τον εγκατέλειψαν. Μόνος έμεινε ανάμεσα στους εχθρούς. Όμως, μετά τη σφαγή και το θάνατο, για να μάθεις ότι δεν ήταν απλός άνθρωπος ο Σταυρωμένος, έγιναν όλα λαμπρότερα, φαιδρότερα, ενδοξότερα.

Ο Πέτρος, ο κορυφαίος απόστολος, αυτός που πριν από τη σταύρωση δεν άντεξε την απειλή μιας υπηρετριούλας, αλλά, μετά από τόσες ουράνιες διδασκαλίες και τη συμμετοχή του στα θεία μυστήρια, είπε ότι δεν γνωρίζει τον Κύριο, αυτός ο ίδιος, μετά τη σταύρωση, Τον κήρυξε στα πέρατα της οικουμένης. Αναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατί προτίμησαν να θανατωθούν παρά να αρνηθούν το Χριστό, όπως τον είχε αρνηθεί ο κορυφαίος απόστολος, τρομοκρατημένος από την απειλή ενός κοριτσιού.

Όλες τώρα οι χώρες, όλες οι πόλεις, τα ερημικά και τα κατοικημένα μέρη, τον Σταυρωμένο ομολογούν. Σ΄Αυτόν πιστεύουν οι βασιλιάδες κι οι στρατηγοί, οι άρχοντες και οι ύπατοι, οι δούλοι και οι ελεύθεροι, οι αγράμματοι και οι μορφωμένοι, οι βάρβαροι και τα διάφορα έθνη των ανθρώπων. Ακόμα κι ο μικρός και ασήμαντος εκείνος τάφος, που δέχθηκε το αιμόφυρτο μαρτυρικό σώμα του Κυρίου, είναι τιμιότερος από χίλια βασιλικά παλάτια και σεβαστός ακόμα και στους βασιλιάδες.

Το παράδοξο μάλιστα είναι, ότι αυτό που συνέβη στον Κύριο, συνέβη και στους μαθητές Του. Γιατί αυτούς που περιφρονούσαν και φυλάκιζαν, αυτούς που βασάνιζαν σκληρά με αναρίθμητα μαρτύρια, αυτούς ακριβώς τους ίδιους, μετά το θάνατό τους, τους τιμούσαν περισσότερο κι από τους βασιλιάδες. Και πως φαίνεται αυτό; Στη Ρώμη, οι αυτοκράτορες και οι ύπατοι και οι στρατηγοί τα πάντα εγκαταλείπουν, και τρέχουν να προσκυνήσουν τους τάφους του ψαρά Πέτρου και του σκηνοποιού Παύλου. Στην Κωνσταντινούπολη, αυτοί που φορούν τα στέμματα, θέλουν να ενταφιαστούν όχι κοντά στους τάφους των αποστόλων αλλά στα πρόθυρα των ναών τους. Κι έτσι γίνονται οι βασιλιάδες θυρωροί των ψαράδων! Μάλιστα δεν ντρέπονται γι΄αυτό, αλλά και καυχιόνται. Καυχιόνται όχι μόνο οι ίδιοι, αλλά και οι απόγονοί τους.

Όταν οι μαθητές του Χριστού ήταν μόνο 12 και δεν υπήρχε στη σκέψη κανενός η Εκκλησία, όταν ακόμα η ιουδαϊκή συναγωγή ανθούσε και η ασεβής ειδωλολατρία κυριαρχούσε σε ολόκληρη σχεδόν την οικουμένη, ο Κύριος είχε προφητέψει: «Επί ταύτη τη πέτρα (δηλαδή πάνω στην ομολογία πίστεως του Πέτρου) οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. 16,18).

Διαπιστώνεις την αλήθεια αυτής της προφητείας; Βλέπεις την εκπλήρωσή της; Σκέψου πόσο σημαντικό γεγονός είναι η εξάπλωση της Εκκλησίας σχεδόν σ΄ όλη τη γη μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σκέψου πως άλλαξε τη ζωή τόσων εθνών και οδήγησε στην πίστη τόσους λαούς, πως κατάργησε προγονικά έθιμα, πως απελευθέρωσε από μακροχρόνιες συνήθειες, πως σκόρπισε σαν σκόνη την κυριαρχία της ηδονής και τη δύναμη της αμαρτίας, πως εξαφάνισε σαν καπνό την ακάθαρτη τσίκνα των θυσιών, τις ειδωλολατρικές τελετές, τις βδελυκτές εορτές, τα ξόανα, τους βωμούς και τους ναούς, πως οικοδόμησε παντού άγια θυσιαστήρια, στην πατρίδα μας και στις χώρες των Περσών, των Σκυθών, των Μαύρων, των Ινδών. Τι λέω; Ακόμα και στα Βρετανικά νησιά, που βρίσκονται μακριά από τη Μεσόγειο, στον ωκεανό, απλώθηκε η Εκκλησία και χτίστηκαν θυσιαστήρια.

Τα λόγια που τότε ο Κύριος διακήρυξε, φύτρωσαν στις καρδιές όλων. Μπορούμε να πούμε ότι η γεμάτη αγκάθια γη καθαρίστηκε και δέχτηκε το σπόρο της πίστεως.

Το έργο της απελευθερώσεως τόσων λαών από μακροχρόνιες αισχρές συνήθειες, καθώς και η μεταβολή του τρόπου της ζωής από τον εύκολο στον πολύ δύσκολο, είναι πράγματι θαυμαστό, μάλλον υπερθαύμαστο. Αποδεικνύει θεία ενέργεια, ακόμα κι αν κανείς δεν το είχε εμποδίσει, ακόμα κι αν επικρατούσε ειρήνη και πολλοί το είχαν βοηθήσει. Γιατί η εξάπλωση της Εκκλησίας δεν ερχόταν σε σύγκρουση μόνο με τη αρχαία συνήθεια, αλλά και με την ηδονή, τον ευχάριστο τρόπο ζωής. Είχε δηλαδή δύο ισχυρούς αντιπάλους, που τυραννούσαν τους ανθρώπους: τη συνήθεια και την ηδονή.

Όσα είχαν πριν πολλούς αιώνες παραλάβει από τους πατέρες, τους παππούδες και τους αρχαιότερους προγόνους, ακόμα κι όσα είχαν παραλάβει από φιλοσόφους και ρήτορες, όλα αυτά συμφώνησαν να τα περιφρονήσουν, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο. Έπρεπε ακόμα να δεχθούν ένα νέο τρόπο ζωής, και μάλιστα πολύ δυσκολότερο. Γιατί απομάκρυνε από την τρυφή και οδηγούσε στη νηστεία. Απομάκρυνε από την φιλαργυρία και οδηγούσε στην ακτημοσύνη. Απομάκρυνε από την ασέλγεια και οδηγούσε στην αγνεία. Απομάκρυνε από το θυμό και οδηγούσε στην πραότητα. Απομάκρυνε από τον φθόνο και οδηγούσε στη φιλία. Απομάκρυνε από την άνετη κι ευχάριστη ζωή και οδηγούσε στη δύσκολη, στην «τεθλιμμένη», στη σκληρή. Και μάλιστα οδηγούσε σ΄αυτήν εκείνους, που είχαν συνηθίσει στη ζωή των ανέσεων. Γιατί δεν έγιναν, βέβαια, χριστιανοί, άνθρωποι που ζούσαν σε άλλους κόσμους και δεν είχαν αμαρτωλές συνήθειες, αλλά έγιναν εκείνοι που είχαν σαπίσει μέσα σ΄αυτές και είχαν γίνει πιο μαλακοί κι από τον πηλό. Αυτούς κάλεσε να βαδίσουν το δύσκολο, τον «τεθλιμμένο», το σκληρό και τραχύ δρόμο. Και τους έπεισε να τον βαδίσουν!

Πόσους έπεισε; Όχι μόνο δύο ή δέκα ή είκοσι ή εκατό, αλλά αμέτρητους. Και με ποιους τους έπεισε; Με 12 ανθρώπους αμόρφωτους, ακαλλιέργητους, άσημους, φτωχούς, χωρίς περιουσία, χωρίς σωματική δύναμη, χωρίς δόξα, χωρίς λαμπρή καταγωγή, χωρίς ευφράδεια και ρητορική ικανότητα. Με 12 ανθρώπους που ήταν ψαράδες, σκηνοποιοί, αλλόγλωσσοι. Γιατί ούτε καν την ίδια γλώσσα δεν είχαν με τους ειδωλολάτρες. Μιλούσαν την εβραϊκή, που ήταν πολύ διαφορετική απ΄όλες τις άλλες γλώσσες. Με αυτούς λοιπόν τους 12 οικοδομήθηκε η Εκκλησία και απλώθηκε στα πέρατα της οικουμένης. Και δεν είναι μόνο τούτο το θαυμαστό, αλλά και το ότι αυτοί οι λίγοι, οι φτωχοί, οι αμόρφωτοι και περιφρονημένοι, που βάλθηκαν να αλλάξουν την ανθρωπότητα, δεν έκαναν ανενόχλητοι το έργο τους. Από παντού αντιμετώπιζαν αναρίθμητους πολέμους. Τους πολεμούσαν σε κάθε έθνος και σε κάθε πόλη. Αλλά τι λέω για έθνη και πόλεις; Σε κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος εναντίον τους.

Η διδασκαλία τους χώριζε πολλές φορές το παιδί από τον πατέρα, τη νύφη από την πεθερά, τον ένα αδελφό από τον άλλο, το δούλο από τον αφέντη, τον υπήκοο από τον άρχοντα, τον άνδρα από τη γυναίκα και τη γυναίκα από τον άνδρα. Στην κάθε οικογένεια δεν πίστευαν όλοι ταυτόχρονα, κι έτσι οι χριστιανοί υπέμειναν καθημερινές διαμάχες, ακατάπαυστες εχθρότητες, μύριους θανάτους.

Σαν κοινούς αντιπάλους και εχθρούς όλοι τους πολεμούσαν. Τους καταδίωκαν οι βασιλιάδες, οι άρχοντες, οι υπήκοοι, οι ελεύθεροι, οι δούλοι, οι όχλοι, οι πόλεις. Και δεν καταδίωκαν μόνο τους ίδιους, αλλά - πράγμα φοβερό - καταδίωκαν ακόμα και τους νεόφυτους κατηχουμένους, εκείνους δηλαδή που μόλις είχαν πιστέψει.

Προξενούσε φρίκη και οργή στους ειδωλολάτρες η σκέψη να εγκαταλείψουν τους βωμούς, να περιφρονήσουν τις θυσίες, που όλοι οι πατέρες κα οι πρόγονοί τους τελούσαν, και να πιστέψουν στον Κύριο. Να πιστέψουν σ΄Αυτόν που έλαβε ανθρώπινη σάρκα από την Παρθένο Μαρία, που δικάστηκε από τον Πιλάτο, που έπαθε αναρίθμητα δεινά και εξευτελισμούς, που υπέμεινε τον ατιμωτικό θάνατο, που ενταφιάστηκε και αναστήθηκε. Το παράδοξο μάλιστα είναι, ότι ενώ τα πάθη του Κυρίου ήταν αναμφισβήτητα - πολλοί είχαν δει τις μαστιγώσεις, τα χτυπήματα, τα φτυσίματα, τα ραπίσματα, το σταυρό, τους χλευασμούς, τον τάφο, - δεν συνέβαινε όμως το ίδιο και με την ανάσταση. Ο Κύριος, μετά από την ανάστασή Του, εμφανίστηκε μόνο σε μαθητές. Παρά το γεγονός αυτό, μιλούσαν για την ανάσταση και έπειθαν τους λαούς και οικοδομούσαν την Εκκλησία. Πως; Με ποιόν τρόπο; Με τη δύναμη του Κυρίου, που τους έστειλε να κηρύξουν το ευαγγέλιό Του στα έθνη. Αυτός ήταν που τους άνοιξε το δρόμο. Αυτός διευκόλυνε το δύσκολο έργο τους. Αν δεν τους βοηθούσε η θεία δύναμη, ούτε καν θα άρχιζε η διάδοση του χριστιανισμού.

Γιατί ενώ οι τύραννοι οπλίζονταν εναντίον της Εκκλησίας, ενώ οι στρατιώτες πρότειναν τα όπλα τους, ενώ οι όχλοι μαίνονταν σαν αγριεμένη φωτιά, ενώ η κακή συνήθεια αντιπαρατασσόταν, ενώ ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, ιδιώτες, άρχοντες ξεσηκώνονταν, ο λόγος του Θεού, πιο ισχυρός κι από φλόγα, έκανε στάχτη τα αγκάθια, καθάρισε τους αγρούς κι έσπειρε το λόγο του κηρύγματος.

Άλλοι από τους πιστούς ρίχνονταν στις φυλακές, άλλοι εξορίζονταν, άλλων οι περιουσίες δημεύονταν, άλλοι φονεύονταν, άλλοι διαμελίζονταν. Και μολονότι οι χριστιανοί αντιμετωπίζονταν σαν κοινοί εγκληματίες, υπομένοντας κάθε είδος τιμωρίας, ατιμώσεως και διωγμού, όλο και περισσότεροι έρχονταν στην Εκκλησία. Μάλιστα, όχι μόνο δεν αποθαρρύνονταν οι νέοι πιστοί από τα βασανιστήρια που έβλεπαν να υπομένουν οι παλαιότεροι, αλλά γίνονταν προθυμότεροι! Μόνοι τους έτρεχαν, αβίαστα, ευγνωμονώντας τους βασανιστές τους. Γίνονταν θερμότεροι στην πίστη, βλέποντας τους χείμαρρους των αιμάτων των πιστών.

Είδες την ασύγκριτη δύναμη Εκείνου που έκανε όλα αυτά τα θαύματα; Πως είναι δυνατό να μη λυπάται κανείς, υποφέροντας τέτοια φρικτά μαρτύρια; Όμως αυτοί χαίρονταν, σκιρτούσαν! Αυτό ομολογεί, σαν παράδειγμα, ο άγιος ευαγγελιστής Λουκάς πως συνέβαινε και με τους αποστόλους - «υπέστρεφον εκ προσώπου του συνεδρίου χαίροντες, ότι κατηξιώθησαν υπέρ του ονόματος του Χριστού ατιμασθήναι» (Πράξ. 5, 41).

Κι ενώ ούτε ένα τοίχο δεν μπορεί να χτίσει κανείς με πέτρες και ασβέστη όταν καταδιώκεται, οι απόστολοι έχτιζαν την Εκκλησία σε όλη την οικουμένη υποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, εξορίες και μαρτυρικούς θανάτους. Και δεν την έχτιζαν με πέτρες, αλλά με ψυχές, πράγμα πολύ δυσκολότερο. Γιατί δεν είναι το ίδιο να χτίζεις ένα τοίχο με το να πείθεις διεφθαρμένες ψυχές να αλλάζουν τρόπο ζωής, να εγκαταλείπουν τη δαιμονική μανία τους και να ακολουθούν τη ζωή της αρετής.


Το κατόρθωσαν όμως αυτό, γιατί είχαν μαζί τους την ακαταμάχητη δύναμη του Κυρίου, που είχε προφητέψει: «Οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματθ. 16, 18).

Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν την Εκκλησία και πόσους φοβερούς διωγμούς ξεσήκωσαν εναντίον της... Ο Αύγουστος, ο Τιβέριος, ο Γάιος, ο Νέρων, ο Βεσπασιανός, ο Τίτος και όλοι οι διάδοχοί τους μέχρι το Μέγα Κωνσταντίνο, όλοι ήταν ειδωλολάτρες. Και όλοι - άλλος ηπιότερα, άλλος σκληρότερα - πολεμούσαν την Εκκλησία. Την πολεμούσαν όλοι. Κι αν μερικοί δεν ξεσήκωναν οι ίδιοι διωγμούς, όμως η προσήλωσή τους στην ειδωλολατρία υποκινούσε στον αγώνα εναντίον της Εκκλησίας όσους ήθελαν να τους κολακέψουν.

Παρόλα αυτά, τα κακόβουλα σχέδια και οι επιθέσεις των ειδωλολατρών διαλύθηκαν σαν ιστοί αράχνης, σκορπίστηκαν σαν σκόνη, εξαφανίστηκαν σαν καπνός. Αλλά και όσα σχεδίαζαν εναντίον της Εκκλησίας, έγιναν αφορμή να προκύψει μεγάλη ωφέλεια στους χριστιανούς. Γιατί δημιούργησαν τις χορείες των μαρτύρων, που αποτελούν το θησαυρό, τους στύλους, τους πύργους της Εκκλησίας.

Βλέπεις λοιπόν τη θαυμαστή εκπλήρωση της προφητείας; Πραγματικά «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Από τα παρελθόντα όμως, πίστευε και για τα μέλλοντα. Και στο μέλλον κανείς δεν θα μπορέσει να νικήσει την Εκκλησία.

Γιατί αν δεν κατόρθωσαν να τη συντρίψουν όταν αριθμούσε λίγα μέλη, όταν η διδασκαλία της φαινόταν καινούρια και παράξενη, όταν τόσοι φοβεροί πόλεμοι και τόσοι πολλοί διωγμοί από παντού ξεσηκώνονταν εναντίον της, πολύ περισσότερο δεν θα μπορέσουν να τη βλάψουν τώρα, που κυριάρχησε σε όλη την οικουμένη, που κυρίεψε όλα τα έθνη και που εξαφάνισε τους βωμούς και τα είδωλα, τις γιορτές και τις τελετές, τον καπνό και την τσίκνα των αισχρών θυσιών.Πως πέτυχαν οι απόστολοι ένα τόσο μεγάλο, ένα τόσο σπουδαίο κατόρθωμα, έπειτα από τόσα εμπόδια; Ασφαλώς με τη θεϊκή και ακαταμάχητη δύναμη Εκείνου, που προφήτεψε τη δημιουργία και το θρίαμβο της Εκκλησίας. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αρνηθεί, εκτός κι αν είναι ανόητος και εντελώς ανίκανος να σκέφτεται.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2009

Άγιος Βαλεντίνος

Αυτή είναι μια απορία που την έχουν πολλοί άνθρωποι, μικροί και μεγάλοι. Άραγε ποιος ήταν αυτός ο Άγιος; Τι έκανε και στιγματίζεται το όνομά του δύο ολόκληρους αιώνες, μέχρι και σήμερα; Γιατί ταυτίζεται με την αγάπη και τον έρωτα;


Αυτά είναι κάποια από τα κενά ερωτήματα που στριφογυρνούν στο μυαλό των ανθρώπων. Ο κάθε άνθρωπος τον πλάθει στο μυαλό του σύμφωνα με τις γνώμες που λαμβάνει από διάφορες απόψεις που ακούει ή που διαβάζει.

Στην πραγματικότητα είναι ένας μύθος.

14 Φεβρουαρίου, η ημέρα των ερωτευμένων, σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, «τον 3ο αιώνα στην Ρώμη κατά την Αυτοκρατορία του Κλαύδιου του Β΄, η Ρώμη περνούσε μια περίοδο αιματηρών εκστρατειών. Ο Αυτοκράτορας αντιμετώπιζε δυσκολίες στο να προσελκύσει στρατιώτες για τις λεγεώνες του. Πίστευε ότι αυτό οφειλόταν στο ότι οι άντρες δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τις αγαπημένες τους και τα παιδιά τους. Εξέδωσε λοιπόν διάταγμα όπου απαγόρευε τους γάμους και τους αρραβώνες. Ο Άγιος Βαλεντίνος όμως, ο οποίος ήταν ιερέας στην Ρώμη εκείνη την εποχή βοηθούσε τους χριστιανούς μαζί με τον Άγιο Μάριο και κρυφά πάντρευαν ζευγάρια. Οι πράξεις του σύντομα έφτασαν στα αυτιά του Αυτοκράτορα, όπου και σύρθηκε από τους Πραιτοριανούς στο παλάτι. Εκεί ο βασιλιάς τον καταδίκασε να τον αποκεφαλίσουν επειδή δεν υπάκουσε στους νόμους του.»

Ο Άγιος Βαλεντίνος μαρτύρησε στις 14 Φεβρουαρίου και επειδή μαρτύρησε για ένα τόσο ρομαντικό σκοπό καθιερώθηκε την μέρα της γιορτής του να γιορτάζουν όλοι οι ερωτευμένοι. Ο Άγιος Βαλεντίνος είναι θαμμένος στο Τσέρνι, βορείως της Ρώμης, και μπροστά στον τάφο του κάθε χρόνο συρρέουν τα ερωτευμένα ζευγάρια και δίνουν όρκους αιώνιας αγάπης. Γι' αυτό και εσείς κορίτσια αν έχετε την τόλμη και δεν φοβάστε τα μακάβρια πάρτε τον αγαπημένο σας και τρέξτε στον τάφο του να δώσετε και εσείς τους δικούς σας όρκους αγάπης, αλλά και να κάνετε και μία ωραία βόλτα στην πανέμορφη Ρώμη που είναι ότι πρέπει για τους ερωτευμένους…

Η Καθολική Εκκλησία αναγνώρισε αργότερα τον Βαλεντίνο ως Άγιο, που κατέστη προστάτης των ερωτευμένων. Η γιορτή ορίστηκε στις 14 Φεβρουαρίου, συμπίπτοντας σχεδόν (15 Φεβρουαρίου) και αντικαθιστώντας μια παγανιστική τελετή γονιμότητας, που διαρκούσε αιώνες, από την προ Χριστού εποχή κιόλας. Με το πέρασμα του χρόνου, η γιορτή πέρασε από την Ιταλία στην Ευρώπη και από τη Βρετανία στην Αμερική. Η είσοδος στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80, πάνω στο στρωμένο χαλί που είχαν ετοιμάσει οι επιχειρηματικά εμπλεκόμενοι με το θέμα, αλλά και τα ανάλαφρα θέματα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Ωστόσο υπήρξαν αντιδράσεις, κυρίως από την Εκκλησία, που θεωρούσε και θεωρεί αδιανόητο τον εορτασμό ενός αγίου που δεν υπάρχει στο Ορθόδοξο Εορτολόγιο. Μάλιστα είχαν καταβληθεί και προσπάθειες να καθιερωθεί μια άλλη μέρα για τους ορθόδοξους ερωτευμένους, υπό τη σκέπη του Αγίου Υάκινθου στις 3 Ιουλίου ή των Αγίων Ακύλα και Πρισκίλλης στις 13 Φεβρουαρίου(η παράδοση αναφέρει ότι ο Ακύλας έγινε Επίσκοπος Ηρακλείας και μαρτύρησε για την πίστη του μαζί με τη σύζυγό του, ενώ κατ’ άλλους ερευνητές κοιμήθηκαν ειρηνικά. και στη μνήμη αυτού του αγαπημένου μέχρι το θάνατο ζευγαριού πρότεινε ο μακαριστός Χριστόδουλος να γιορτάζουν την αγάπη τους οι ερωτευμένοι.), χωρίς όμως επιτυχία. Τελικά, ο Λατίνος Άγιος έκανε το θαύμα του και στην Ελλάδα.

Η συγκεκριμένη ημέρα θεωρείται ως μία από τις επικερδέστερες για ανθοπωλεία, εστιατόρια, ξενοδοχεία και καταστήματα με είδη δώρων, μία ημέρα με τεράστιους τζίρους, για τους οποίους οι επιχειρηματίες προετοιμάζονται πολύ καιρό πριν. 

Κατά το 16ο αιώνα στην Αγγλία τα πιο συνηθισμένα δώρα, εκτός από τα κοσμήματα, ήταν ένα ζευγάρι γάντια που συμβόλιζαν την πίστη ή ένα ζεύγος κουταλιών που συμβόλιζαν την ερωτική έλξη! Βέβαια, ο πιο απλός τρόπος εκδήλωσης της αγάπης ήταν και τότε τα ερωτικά μηνύματα που οι επίδοξοι εραστές αφήναν στο γραμματοκιβώτιο της αγαπημένης τους. Και το πιο τρομερό για μια δεσποινίδα της εποχής σε ηλικία γάμου δεν ήταν να βρει το γραμματοκιβώτιο της άδειο, αλλά να το βρει γεμάτο από κοροϊδευτικά γράμματα που έστελναν όσοι είχαν απορριφθεί από την καρδιά της παραλήπτριας! 

Στην Ιαπωνία το έθιμο θέλει τις γυναίκες μόνο να προσφέρουν δώρα στους άνδρες της ζωής και των ονείρων τους, οι οποίοι, όμως, πρέπει να τους τα ανταποδώσουν μέσα σ’ ένα μήνα το αργότερο, ενώ στην Αγγλία διαδεδομένη ήταν και η αντίληψη ότι ο πρώτος ελεύθερος άνδρας που θα έβλεπε μια ανύπαντρη γυναίκα στις 14 Φεβρουαρίου θα γινόταν ο Βαλεντίνος της. 

Στην Ταϊβάν και στην Ταϊλάνδη η ημέρα των ερωτευμένων είναι η 28η Αυγούστου, η 7η μέρα του 7ου μήνα σύμφωνα με το σεληνιακό ημερολόγιο. Τη μέρα εκείνη, στην πρωτεύουσα Ταϊπέχ, τα ερωτευμένα ζευγάρια διασχίζουν τη «Γέφυρα των ερωτευμένων» για καλή τύχη. 

Οι ευχετήριες κάρτες έκαναν την εμφάνιση τους τον 18ο αιώνα. Αρχικά ήταν χειροποίητες, ζωγραφισμένες με καρδιές, λουλούδια και ζωηρά χρώματα και διανθισμένες με ερωτικούς στίχους ή την ερωτική εξομολόγηση του αποστολέα. Αργότερα αρωματισμένες, διακοσμημένες με αποξηραμένα άνθη, κάποιες φορές με χιουμοριστική διάθεση, ενώ πολύ διαδεδομένες ήταν οι «σέξι» για την εποχή (18ος αι.) καρτούλες, που απεικόνιζαν έναν κύριο να φιλάει το χέρι μιας κυρίας. Σήμερα, πολυπρόσωπες και πολύχρωμες, σε απεριόριστη ποικιλία σχεδίων, ρομαντικές ή χιουμοριστικές, έντυπες και ηλεκτρονικές, ο καλύτερος και πιο εύληπτος τρόπος έκφρασης του έρωτα και της αγάπης. Λέγεται ότι την πρώτη κάρτα για τη γιορτή των ερωτευμένων την έστειλε στην αγαπημένη του μέσα από τη φυλακή, όπου κρατούνταν, ο δούκας της Ορλεάνης Κάρολος το 1415.  

Από την Αγγλία ξεκίνησε και η ανταλλαγή ερωτικών μηνυμάτων για την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου μέσω των εφημερίδων. Τέτοια έντυπα μηνύματα δημοσιεύονται κάθε χρόνο, όχι μόνο σε λαϊκές, αλλά και σε έγκυρες καθημερινές εφημερίδες, όπως οι TIMES του Λονδίνου κι είναι σήμερα μια αρκετά συνηθισμένη χειρονομία αγάπης τόσο στη Βόρεια Ευρώπη, όσο και στη Βόρεια Αμερική. Μία πρώτη προσπάθεια ανταλλαγής ερωτικών μηνυμάτων μέσω εφημερίδων στην Ελλάδα έκανε το ΕΘΝΟΣ το 1991 και το πλήθος, όσο και η πρωτοτυπία των ερωτικών μηνυμάτων είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα.

Στην Ελλάδα, ο εορτασμός της 14ης Φεβρουαρίου σαν ημέρα των ερωτευμένων, καθιερώθηκε για πρώτη φορά το 1977.

Η ιστορία αυτού του περίεργου Αγίου σκεπάζεται ακόμη και σήμερα από ένα πέπλο μυστηρίου.

Γενικά μπορούμε να πούμε ότι η αλήθεια γύρω από τον Άγιο Βαλεντίνο δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη.
Παρόλα αυτά οι ερωτευμένοι δε χρειάζονται γιορτές και ξεχωριστές ημέρες για να δείξουν και ν’ αποδείξουν την αγάπη τους. Ο Έρωτας, ούτως ή άλλως, είναι από μόνος του γιορτή και γιορτάζει μόνιμα και τις 365 μέρες του χρόνου, χωρίς να χρειάζεται κανέναν άγιο προστάτη. Μάλλον κάτι τέτοιο σκέφτηκαν κι οι αρχαίοι Έλληνες κι αφού ξεχώρισαν τον Έρωτα από την αγάπη - η ελληνική γλώσσα είναι η μοναδική ή ίσως μία από λίγες γλώσσες στον κόσμο που έχει άλλη λέξη για τον έρωτα κι άλλη για την αγάπη - έκαναν τον Έρωτα θεό, καρπό της παράνομης και γι’ αυτό παθιασμένης σχέσης της πανέμορφης Αφροδίτης με τον Άρη, το θεό του πολέμου, τρομερός και καταστροφικός ο Έρωτας σαν τον πόλεμο πατέρα του κι ίσως κι ακόμη πιο δυνατός, ικανός να ξεκινήσει και να θρέψει χίλιους δεκαετείς Τρωικούς πολέμους για τα μάτια μιας Ωραίας Ελένης. Ο Έρωτας δε γιορτάζει μόνο στις 14 του Φλεβάρη κι όχι γιατί είναι ενάντιο στην ορθόδοξη πίστη μας. Απλά γιατί είναι από μόνος του γιορτή και η καλύτερη αφορμή για να γιορτάζουμε τη ζωή και την αγάπη, τη συνέχεια μας την ίδια, το χρόνο ολόκληρο.

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

Τι συμβολίζουν τα ενδύματα των μοναχών.

 Φως μοναχοίς άγγελοι. Φως δε πάντων ανθρώπων μοναδική Πολιτεία, είναι η ζωή κατά μίμηση των Αγγέλων, αυτή στήριξε και στηρίζει την Οικουμένη και ο άνθρωπος, ο χριστιανός που ενδύεται το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα είναι άξιος πολλών επαίνων και μακαρισμών. 


Όταν κάποιος, λοιπόν, προσέρχεται για να αφιερώσει τη ζωή του εξ όλης της ψυχής και της διανοίας του στο Νυμφίο Χριστό τότε χαίρεται και αγάλλεται ο ουρανός και πανηγυρίζει ο κόσμος των Αγγέλων γιατί ένας ακόμα άνθρωπος τάχθηκε να μιμηθεί τη ζωή τους. Ο μοναχός και η μοναχή κινούνται μέσα στην ιερή προσμονή του Ουράνιου Νυμφίου τους. Ζουν και κινούνται σε μια πνευματική όαση με το νοσταλγικό λόγο «ελθέτω χάρις και παρελθέτω ο κόσμος ούτος». Και μαζί με τον κόσμο παρέρχεται το όνομα το παλαιό και λαμβάνει νέο όνομα, διότι αφού εγκαταλείπει τον παλαιό άνθρωπο και ενδύεται το νέο άνθρωπο.
  Την ώρα της μοναχικής κουράς προσέρχεται ο δόκιμος μοναχός ή μοναχή ανυπόδητος, ασκεπής, φορώντας μόνο έναν απλό λευκό χιτώνα και δηλώνοντας έτσι ότι όλα τα περιττά και κοσμικά τα απέρριψε και είναι έτοιμος να ενδυθεί το τιμημένο ράσο και τα άγια ρούχα του μοναχού. Κατά τη μοναχική κουρά ο δόκιμος μοναχός ή μοναχή, ενδύεται το λέντιον (ή ζωστικό ή αντερί) το οποίο είναι μαύρου χρώματος, που συμβολίζει το χιτώνα της ευφροσύνης και της αγαλλιάσεως αντί της γυμνώσεως και της καταισχύνης, την οποία φορέσαμε με την παρακοή μας και αντί της φθοράς και του θανάτου που μας προξένησε αυτή η παρακοή και την οποία φθορά αναιρεί το μοναχικό σχήμα με την υπακοή και τον ενάρετο βίο. Ο χιτώνας αυτός ονομάζεται χιτώνας δικαιοσύνης γιατί η λέξη δικαιοσύνη σημαίνει κάθε αρετή και ο μοναχός φορώντας το οφείλει να γίνει πρόθυμος για κάθε αρετή. Μάλιστα το μαύρο χρώμα του σημαίνει ότι θα πρέπει να είναι πάντοτε οχυρωμένος πίσω από το πένθος για την αμαρτία και την ξενιτεία για τον κόσμο.
Έπειτα ο μοναχός ή η μοναχή ενδύεται τον ανάλαβο (το πολυσταύρι) ο οποίος φοριέται από τους ώμους μπροστά και πίσω σταυροειδώς και σχηματίζει το σημείο του σταυρού, όχι μία, αλλά πολλές φορές. Εικονίζει το σημείο του σταυρού και σημαίνει ότι ο μοναχός αναλαμβάνει το σταυρό του επί των ώμων του και ακολουθεί το Δεσπότη Χριστό. Καθώς το πολυσταύρι περιέχει πολλούς σταυρούς και περιβάλλει μπροστά και πίσω το σώμα του μοναχού και της μοναχής το περιφράσσει και το οχυρώνει απ’ τις προσβολές του διαβόλου και από κάθε κακή επιθυμία. Έπειτα ζώνεται γύρω απ’ τη μέση του δερμάτινη ζώνη «εις νέκρωσιν σώματος και ανακίνισιν πνεύματος». Η ζώνη αποτελεί σημείον σωφροσύνης, καθαρότητας και νεκρώσεως των κινήσεων της σάρκας κι επίσης σημείον ισχύος εναντίον των παθών και παράλληλα στήριξη στις πράξεις των εντολών.

Κατόπιν, ο μοναχός ή η μοναχή φορά τα σανδάλια, που όπως λένε τα λόγια της μοναχικής κουράς, με τα οποία ετοιμάζεται να εφαρμόσει και να διάδοση το ευαγγέλιο της ειρήνης. Επίσης, τα σανδάλια αυτά τον προφυλάσσουν για να μην προσκρούσουν τα πόδια του και να μην δαγκωθεί από το νοητό όφι, αλλά να επιβαίνει πάνω σ’ αυτούς και να καταπατεί λέοντα και δράκοντα δηλαδή τα κρυφά και φθονερά θηρία της κακίας. Με τα σανδάλια αυτά θα τρέχει κατευθείαν την οδό του Ευαγγελίου μέχρις ότου φτάσει στους Ουρανούς, εκεί που είναι το πολίτευμα των μοναχών, κατά τον Απόστολο Παύλο.

Κατόπιν ενδύεται το παλλίον (εξώρασο) του μεγάλου και αγγελικού σχήματος και όπως λέγει στη μοναχική κουρά το ενδύεται ως στολή αφθαρσίας και σεμνότητας και ως σημείο της σκέπης του Θεού για την ευλαβή του ζωή αιώνια σε εκείνον ο οποίος θα το λάβει και αποτελεί τη θεία περιβολή που του χαρίζει το Άγιο Πνεύμα.
Κατόπιν ενδύεται το κουκούλιον της ακακίας ως περικεφαλαία ελπίδος για τη σωτηρία μέσω της εκ Θεού επισκιάσεως της χάριτος, αλλά και για την ύψωση του νου του μέσω της ταπεινοφροσύνης και της ακακίας όπως ακριβώς είναι τα άδολα νήπια, αλλά και για τη Θεού φύλαξη και περίθαλψη της κεφαλής με όλα τα αισθητήρια. Το κουκούλιο κρέμεται μπροστά και πίσω, εκεί όπου βρίσκεται το λογιστικό και η καρδιά.
Τελευταία, ενδύεται το μανδύα, ο οποίος θεωρείται το τελειώτατον ένδυμα και το περιεκτικό όλων, σημαίνει δε τη φυλακτική και σκεπαστική δύναμη του Θεού, ταυτόχρονα το συνεσταλμένο ευλαβές και ταπεινό της Μοναχικής ζωής, ενώ το ότι δεν έχει μανίκια σημαίνει ότι καθ’ όλη τη ζωή του όλα τα μέλη του είναι νεκρά για κάθε κοσμική εργασία και αμαρτία. Αφήνει μόνο ελεύθερο το κεφάλι το οποίο βλέπει προς το Θεό και φρονεί τα θεία και ανατρέχει μόνο προς το Θεό. Αλλά, όπως είπαμε και πριν, ακόμα και το κεφάλι του μοναχού ή της μοναχής είναι σκεπασμένο με το κουκούλιο για να μη θεωρηθεί ότι έχει ασκεπή και ακάλυπτα τα αισθητήρια.
Στο σύνολό τους, όλα τα ρούχα του μοναχού εικονίζουν τη νέκρωση του Χριστού μας. Ως τάφος εικονίζεται ο μανδύας και ως εντάφια τα υπόλοιπα ρούχα. Ο ανάλαβος και το Μεγάλο Σχήμα δηλώνουν ότι είναι εσταυρωμένος ο μοναχός για τον κόσμο, όπως άλλωστε το υποσχέθηκε. Το κουκούλιο του εικονίζει το σουδάριο κι έτσι όλος ο μοναχός μιμείται με το σχήμα του τον σταυρωθέντα Δεσπότη του, ο oποίος πέθανε και τυλίχτηκε στα σπάργανα και στο σουδάριο. 

Σε όλη του τη ζωή πλέον, ό,τι φορά, θα του υπενθυμίζει ότι συνεσταυρώθηκε με το Χριστό και συνεκρώθηκε μαζί Του και οφείλει να αγωνιστεί για να συναναστηθεί και να συνανυψωθεί και να αναφανεί συγκληρονόμος της πατρικής Βασιλείας και των αγαθών των ετοιμασμένων προ καταβολής κόσμου...
 

Πηγή: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ τ.115 ,Συγγραφέας : Μόνικα μοναχή

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

ΚΥΡΙΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ 

 
    Ο Μοναχισμός είναι μία εξαίρετη πνευματική οδός απόλυτης αφιερώσεως του πιστού στη βίωση της όλης «πολιτείας» του Χριστού τόσο για τη θεραπεία της «παρακοής» του πρώτου Αδάμ, όσο και για την κατόρθωση της προσωπικής του κοινωνίας με τον Θεό μέσα από τη μίμηση της «υπακοής» του δεύτερου Αδάμ. Υπό την έννοια αυτή το αίτημα της ασκήσεως είναι μία αυθεντική έκφραση της χριστιανικής πνευματικότητας και εκδηλώθηκε ήδη από τους αποστολικούς χρόνους κατά διαφόρους τρόπους, οι όποιοι τόνιζαν είτε τα προσωπικά χαρίσματα ορισμένων πιστών ή και ευρύτερες αναζητήσεις για μία υψηλότερη πνευματική τελείωση. Ο αγώνας για τον έλεγχο του σαρκικού και του γενικότερου κοσμικού φρονήματος, το οποίο διείσδυε σταδιακά στους κόλπους των τοπικών Εκκλησιών με την εντυπωσιακή αύξηση των πιστών, προκάλεσε όχι μόνο την ανάπτυξη σε αυτές των τάξεων των εγκρατών (παρθένοι, παρθενεύουσες , χήρες, κ.λπ.), αλλά και ακραίες εκδηλώσεις του ασκητικού ιδεώδους (ευνουχισμός, αγαμία, αντινομισμός , συνείσακτοι , ακτημοσύνη, επιζήτηση του μαρτυρίου κ.λπ.). 

Η κρίση του εκκλησιαστικού βίου ήταν αισθητή από τις αρχές ήδη του Β' αιώνα ως συνέπεια τόσο των διωγμών, όσο και της δράσεως των αιρέσεων (Γνωστικισμού, Μοντανισμού , Ιουδαϊζόντων ), επηρέασε δε βαθύτατα την ασκητική πνευματικότητα των πιστών. Το ζήτημα της μετανοίας των αρνητών της πίστεως κατά τους διωγμούς ( πεπτωκότες , lapsi ) και των επιστρεφόντων από τις αιρέσεις αντιμετωπίσθηκε από την Εκκλησία με επιείκεια, αλλά ερέθισε τη διαλεκτική μεταξύ της αυστηρότητας και της χαλαρώσεως του πνευματικού βίου με κριτήριο το υπόδειγμα του αποστολικού βίου. Από τα μέσα ήδη του Γ΄ αιώνα πολλοί από τους ζηλωτές της αποστολικής αυστηρότητας εγκατέλειπαν τις τοπικές τους κοινότητες και κατέφευγαν στις πλησίον ή και σε απομεμακρυσμένες ερημικές περιοχές για μία απερίσπαστη επίδοση στα πνευματικά αγωνίσματα της ασκήσεως (Αναχωρητισμός). Η φυγή λοιπόν από τις πόλεις, ενώ κατά την περίοδο των διωγμών κατακρίθηκε ως άρνηση του Χριστού για τον κόσμο, στην αναχωρητική άσκηση, αντιθέτως, εγκωμιάσθηκε ως άρνηση του κόσμου για τον Χριστό. Υπόδειγμα των αναχωρητών ή ερημιτών ήταν η αναχώρηση του Χριστού στην έρημο για να κατανικήσει τους πειρασμούς του σατανά, η όποια τους ενέπνεε όχι μόνο για να υποτάξουν τους προσωπικούς τους πειρασμούς, αλλά και για να κατορθώσουν τη μίμηση της «πολιτείας» του Χριστού. Από τον Αναχωρητισμό των ερημιτών γεννήθηκε ο Μοναχισμός ως μία αυθεντική μίμηση της «πολιτείας» ή του «υποδείγματος» του Χριστού για τη βίωση ήδη από τον παρόντα βίο της προπτωτικής εμπειρίας της κοινωνίας του ανθρώπου με τον θεό. 

Ο Μ. Αντώνιος (250-355), όπως και οι άλλοι σύγχρονοι του μεγάλοι ερημίτες της Αιγύπτου (Αμμώνιος, Μακάριος κ.α.), υπήρξαν τα σύμβολα όχι μόνο της μεταβάσεως από τον Α ναχωρητισμό προς τον Μοναχισμό, αλλά και της διαδόσεως των δύο μορφών του ασκητικού ιδεώδους σε όλες τις χριστιανικές κοινότητες του ελληνορωμαϊκού κόσμου. Η συγγραφή του Βίου του Μ. Αντωνίου, του «καθηγητού της ερήμου», από τον οικουμενικό διδάσκαλο της ορθοδοξίας της πίστεως Μ. Αθανάσιο {ΡΟ 25, 835-976) αποτελούσε την πιο επίσημη εκκλησιαστική καταξίωση του Μοναχισμού. Ο Παχώμιος , ο οποίος πέθανε το 346, εισήγαγε το κοινοβιακό σύστημα ασκήσεως, μέσα στο οποίο έβρισκαν τις αναγκαίες λύσεις τα ήδη διαπιστωμένα προβλήματα τόσο για τον τρόπο της ασκήσεως, όσο και για τη συντήρηση των ασκητών.  
Στο Κοινοβιακό σύστημα προβλεπόταν πράγματι ομοιόμορφη ενδυμασία, κοινή προσευχή και συμμετοχή στην εργασία για την αντιμετώπιση των ποικίλων αναγκών των ασκητών του Κοινοβίου, οι όποιοι ήταν διασκορπισμένοι στα κελλιά και στις λαύρες των ερήμων της Αιγύπτου. Οι αρχές για την εύρυθμη λειτουργία του Κοινοβιακού συστήματος καταγράφηκαν σε μία πρώτη μορφή Κανόνα, ο οποίος σταδιακά συμπληρώθηκε και βελτιώθηκε με βάση την εμπειρία. Υπεύθυνος για την εφαρμογή των αρχών του Κανόνα του Κοινοβίου ήταν ο ηγούμενος. Το σύστημα λοιπόν των Λαυρών και το Κοινοβιακό σύστημα εξέφραζαν την προοπτική τόσο για την εξυπηρέτηση των κοινών αναγκών των ερημιτών ή αναχωρητών, όσο και για την αναγκαία μετοχή τους στη μυστηριακή εμπειρία του εκκλησιαστικού σώματος. Η διαλεκτική αυτή του Δ' αιώνα για τη μέθοδο της ασκήσεως και για τη σχέση της με τον καθ' όλου πνευματικό βίο της τοπικής Εκκλησίας υπήρξε ένα ουσιαστικό στοιχείο στην όλη ιστορική εξέλιξη του Μοναχισμού. Η αναφορά των μοναστικών υποσχέσεων της υπακοής, της αγαμίας και της ακτημοσύνης προς τον Ιδρυτή και τελειωτή της πίστεως Ιησού Χριστό αποτελούσε μία προσωπική ομολογία των ασκητών για τον πνευματικό αρραβώνα τους με τον Κύριο και καθόριζε την προσωπική τους ευθύνη για την αυθεντική μίμηση του υποδείγματός του. Έτσι, η ομολογία των μοναστικών υποσχέσεων αξιολογήθηκε πάντοτε στην εκκλησιαστική συνείδηση ως ανάλογη προς την ομολογία των μαρτύρων της πίστεως. Ήταν πράγματι μία προσωπική υπόσχεση προς τον Θεό για τη μίμηση της «πολιτείας» τ ου Χριστού με την αδιάλειπτη προσευχή και τις ποικίλες εκφράσεις της ασκητικής πνευματικότητας, γι αυτό και, ενώ δέσμευε τον μοναχό μόνο ενώπιον του Θεού, εγκωμιαζόταν από την Εκκλησία ως μία εξαίρετη έκφραση της σχέσεως της με τον κόσμο. 
Ο Μ. Αθανάσιος υπήρξε πρωτοπόρος στην αναγνώριση της πολύτιμης για τον καθ' όλου εκκλησιαστικό βίο ασκητικής εμπειρίας, γι αυτό και δεν θεώρησε υπερβολή να τονίσει ότι οι αμοιβές των ασκητών είναι ανάλογες ή και μείζονες από τις αμοιβές των μαρτύρων της πίστεως (Ρ G 26, 1173), ενώ ο Λατίνος εκκλησιαστικός συγγραφέας Ιερώνυμος χαρακτήριζε τον μοναχικό βίο « καθημερινόν μαρτύριον » ( c ο tidianum martyrium ), έστω και χωρίς συγκριτική αξιολόγηση προς το μαρτύριο των μαρτύρων της πίστεως. Συνεπώς, το μαρτύριο των δακρύων της μετανοίας θεωρήθηκε ως μία αυθεντική συνέχεια του μαρτυρίου του αίματος για τη συνεχή ομολογία της πίστεως. Βεβαίως, στη συνείδηση της Εκκλησίας ήταν σαφής η υπεροχή του μαρτυρίου του αίματος έναντι του μαρτυρίου των δακρύων της μετανοίας, αλλά η πνευματική ακτινοβολία των ασκητών σε όλες τις μορφές ασκήσεως, παρά τα επί μέρους ζητήματα, ήταν πλέον κατά τα τέλη του Δ' αιώνα καθολική στη ζωή της Εκκλησίας.

Του κ. ΒΛΑΣΙΟΥ ΦΕΙΔΑ, Καθηγητού Πανεπιστημίου Αθηνών 

Ο αναλλοίωτος Ορθόδοξος Μοναχισμός ελπίδα σωτηρίας στην Ανατολή της 3ης χιλιετηρίδας, εκδ. Ιεράς Συνόδου, Αθήνα, 2003, σελ. 148-160.

Περί Μοναχισμού 
- Οι απαρχές του - 

     Ο μοναχισμός αποτελεί έναν από τους πανάρχαιους εκκλησιαστικούς θεσμούς ο οποίος γνώρισε στο διάβα των αιώνων εξελίξεις και σχηματικές αλλαγές στην οργάνωσή του, αλλά εν τη ουσία του παραμένει αμετάτρεπτος και αναλλοίωτος, με σαφή προσανατολισμό και σκοπό. 

Κατά τους τρείς πρώτους αιώνες της Εκκλησίας, αρκετά πριν την κατάπαυση των διωγμών επί Μ. Κων/νου, ενεφανίσθησαν ευσεβείς Χριστιανοί, οι οποίοι έφευγαν από τον κόσμο για να επιδοθούν, απερίσπαστοι από βιοτικές μέριμνες και κοσμικούς θορύβους, στην άσκηση και την προσευχή. Ενώ άλλοι αναχωρούσαν στην έρημο για να αναζητήσουν εκεί όχι απλώς μία ασφάλεια από τους κινδύνους ενός διεφθαρμένου πολιτισμού, αλλά την πλήρη εκείνη προσφορά της ζωής τους στο Θεό. Έτσι έχουμε την ανάπτυξη του πρώιμου ερημίτικου μοναχισμού. 

Τον 4ο αιώνα όμως ο Χριστιανισμός εισέρχεται σε μια νέα περίοδο της ιστορικής του πορείας. Ο διωγμός παύει, η Κωνσταντίνειος ειρήνη επικρατεί, η Εκκλησία πλέον τιμάται και προστατεύεται από το κράτος, αποκτά πλούτη, προνόμια. Αυτό έχει ως συνέπεια την εμφανή εκκοσμίκευσή της. Τότε ακριβώς το παράδειγμα των ολίγων μεμονωμένων αναχωρητών των τριών πρώτων αιώνων βρίσκει μυριάδες μιμητών. Ιδρύονται Σκήτες, Λαύρες, Κοινόβια μεγάλα και πάμπολλα. Ο μοναχισμός πλέον μεγαλύνεται, οι άγιοι πατέρες της ερήμου λάμπουν στον εκκλησιαστικό ουρανό διότι «χειρ Κυρίου ην μετ’αυτών», και απλώνεται από την Αίγυπτο και τη Λιβύη, στο Σινά, στην Παλαιστίνη, στη Συρία, στον Όλυμπο της Βιθυνίας, στο Άγιον Όρος και σε όλον τον τότε γνωστό κόσμο. 

Οι μοναχοί υπενθυμίζουν το σκοπό της ζωής. 

Οι μοναχοί λοιπόν θα αποτελέσουν επί αιώνες το αντίβαρο μιας εκκλησίας ευτυχισμένης και μακαρίας, και την απτή μαρτυρία και διαρκή υπόμνηση του αληθινού προορισμού του ανθρώπου: να γίνει «τέλειος» ως ο Πατήρ αυτού ο εν ουρανοίς. Στην ιστορία της Ορθοδόξου Ανατολής οι ερημίτες, οι αναχωρητές, οι ασκητές, οι στυλίτες, αλλά και οι μεγάλες μοναχικές κοινότητες- όπως το Στούδιο της Κων/πόλεως- οι οποίες θα φέρουν την «έρημο» μέσα στην καρδιά των μεγάλων πόλεων, θα αναδειχθούν με την σιωπή τους, τον λόγο τους, τα γραπτά τους, την όλη βιωτή τους, μεγαλοφωνότατοι κήρυκες του «ενός χρεία εστί». Διαπρυσίως θα κηρύξουν, θα αναγγείλουν, θα υπενθυμίσουν ότι ο σκοπός της μοναχικής ζωής, αλλά και όλων των βαπτισμένων Χριστιανών είναι η επίτευξη κατά το δυνατόν της εν Χριστώ τελειότητος. 

«Θεραπευτική αγωγή» -  Πράξη και θεωρία. 

Ο μοναχισμός ως γνήσιος εκφραστής της αυθεντικής εκκλησιαστικής παραδόσεως λειτουργεί ανέκαθεν ως οδοδείκτης της πορείας που πρέπει να ακολουθηθεί για τη βίωση αυτής της εφικτής τελειότητος. Οι μοναχοί διήνυσαν ή διανύουν τα στάδια της θεραπευτικής αγωγής και τα διδάσκουν σε όλους τους χριστιανούς ως εμπειρίες πλέον και αναφαίρετες γνώσεις. Όλοι οι απόγονοι του Αδάμ πρέπει να διανύσουν τα στάδια της καθάρσεως, του φωτισμού και της θεώσεως για να φθάσουν στην τελειότητα, στην κατά χάριν θέωση. 
Οι άγιοι πατέρες ως διδάσκαλοι του μοναχισμού και φωστήρες της όλης Εκκλησίας εδίδαξαν και τα μέσα και τους τρόπους που πρέπει να μετέλθη όποιος πράγματι επιθυμεί την θεραπεία από τα πάθη του και την απόκτηση της υγείας του. Βασικότατο γνώρισμα του μοναχισμού είναι αυτή η καθ’ ολοκληρίαν εφαρμογή αυτής της θεραπευτικής αγωγής. Αν θέλουμε να δούμε την ουσία του ορθόδοξου μοναχισμού πρέπει να μελετήσουμε τους μακαρισμούς και όλες γενικά τις εντολές του Χριστού. Οι μοναχοί ξεκινούν την αγωνιστική πορεία τους για τα τρία στάδια της πνευματικής ζωής, την κάθαρση, το φωτισμό και τη θέωση, με την αυτογνωσία, την ταπείνωση, την μετάνοια, την κάθαρση της καρδιάς και φθάνουν μέχρι την επιθυμία για διωγμό και μαρτύριο. Κατ’ουσίαν επιθυμούν να βιώσουν πλήρως την εντολή του Θεού «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου … και τον πλησίον σου ως σεαυτόν». 

3 αποταγές, 3 σταυροί, 3 αναγεννήσεις. 

Όλοι όσοι επιθυμούν να εισέλθουν στο μοναχικό στάδιο για να αγωνισθούν και να νικήσουν, και για να έχουν συνεργό Αυτόν που «εξήλθε νικών και ίνα νικήση», καλούνται σε μία τριπλή αποταγή, απάρνηση, απέκδυση. Η πρώτη αποταγή είναι η διαρκής αποταγή του κόσμου και επεκτείνεται σε ολόκληρη τη ζωή του μοναχού. Η δεύτερη αποταγή είναι η «εκκοπή του ιδίου θελήματος» και η τρίτη αποταγή είναι η αποταγή της «κενοδοξίας». Αυτές οι τρείς αποταγές αντιστοιχούν με την άρση των τριών σταυρών που σηκώνει ο μοναχός σε όλη του τη ζωή. Ο πρώτος σταυρός είναι εξωτερικός και επιβάλλεται από τις συμφορές και τις θλίψεις, ο δεύτερος σταυρός είναι η εσωτερική πάλη του ανθρώπου με τα πάθη και τις επιθυμίες και ο τρίτος σταυρός είναι η ολοκληρωτική παράδοση στο θέλημα του Θεού. 
Όμως οι τρείς αποταγές και οι τρείς σταυροί συνδέονται και με τις τρείς αναγεννήσεις, που επιτυγχάνονται με την κάθαρση της καρδιάς, τον φωτισμό του νού και τη θέωση. Επομένως οι τρείς αποταγές, οι τρείς σταυροί και οι τρείς πνευματικές γεννήσεις είναι η διαρκής πορεία του μοναχού προς την πνευματική ολοκλήρωσή του. Όλος αυτός ο δια βίου αγώνας των μοναχών συνιστά την άσκηση και σκοπός της ορθοδόξου αυτής ασκητικής αγωγής είναι η καθαρή προσευχή και η απάθεια. 

Οι τρείς μοναχικές υποσχέσεις. 

Εντός του πλαισίου αυτού ο κάθε μοναχός δίνει τρείς υποσχέσεις ενώπιον του Θεού: 
Η πρώτη υπόσχεση - είναι η υπόσχεση υπακοής. Πολλοί είναι αυτοί που νομίζουν ότι αυτό που διακρίνει τον μοναχισμό από την συνηθισμένη ζωή των ανθρώπων είναι η αγαμία. Αλλά οι Άγιοι Πατέρες και οι σύγχρονοι ασκητές αποδίδουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον και βάρος στην υπακοή. Η υπακοή γίνεται μέσα στην προοπτική να απαλλαγεί ο μοναχός από το ισχυρό πάθος της φιλοδοξίας. Ο μοναχός αγωνίζεται να είναι συνεπής και να καλλιεργεί αυτήν την υπόσχεση- αρετή έχοντας ως πρότυπο τον ίδιο τον Κύριό του Ιησού Χριστό ο οποίος έγινε «υπήκοος έως θανάτου». Έτσι, ενώ η παρακοή του Αδάμ, που είχε τις ρίζες της στο πάθος της φιλοδοξίας, έγινε αιτία θανάτου, η υπακοή του μοναχού στο θέλημα του Θεού νεκρώνει το φοβερό αυτό πάθος και χαρίζει την ταπείνωση, την προσευχή, την θέωση. 

Η δεύτερη υπόσχεση - αρετή είναι η παρθενία η οποία διακρίνεται σε σωματική και ψυχική και θεραπεύει το πάθος της φιληδονίας. Για τον μοναχό η βασική και αναμφισβήτητη δικαίωση αυτής της υποσχέσεως βρίσκεται στο υπόδειγμα της ζωής που έδωσε ο ίδιος ο Κύριος, «υπόδειγμα δέδωκα υμίν». Μόνον ένας ανόητος θα τολμήσει να πει ότι η ζωή του Χριστού ήταν «αφύσικη». Αυτή η καθ’ όλα ει δυνατόν ομοίωση προς τον Θεό είναι και ο έσχατος σκοπός και η ύψιστη έννοια της υπάρξεως των ανθρώπων. Η μοναχική παρθενία- αγνεία βεβαίως δεν θεμελιώνεται στην απόρριψη του ευλογημένου από τον Θεό και την Εκκλησία γάμο, αλλά στην άνευ όρων αγάπη προς τον Θεό. 

Η τρίτη θεμελιώδης υπόσχεση - αρετή είναι η ακτημοσύνη η οποία θεραπεύει το πάθος της φιλαργυρίας- πλεονεξίας. Η ακτημοσύνη μαζί με τις δύο προηγούμενες υποσχέσεις- αρετές αποτελεί μία αδιάλυτη ενότητα με σκοπό να φθάσει την καθαρά προσευχή και συγχρόνως μια τελειοτέρα εξομοίωση με τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό , ο οποίος «ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη». Ο μοναχός καλείται να ζήσει εν πτωχεία, αλλά περισσότερο οφείλει να αγωνισθεί εναντίον του «πάθους της κτήσεως» (πλεονεξίας), της «αγάπης των χρημάτων» (φιλαργυρία) και των «πραγμάτων». Η αγάπη της ιδιοποιήσεως εξορίζει την αγάπη στον Θεόν και στον πλησίον. 
Οι τρείς αυτές υποσχέσεις- αρετές, Υπακοή, Παρθενία, Ακτημοσύνη συνιστούν την ουσία της Ορθοδόξου ασκήσεως και οδηγούν στην ΦΙΛΟΘΕΪΑ- ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ η οποία πολεμά την μητέρα των τριών ισχυρών παθών, φιλοδοξίας, φιλαργυρίας, φιληδονίας, την ΦΙΛΑΥΤΙΑ. 


Γιατί η προσευχή είναι το κύριο έργο του μοναχού; 

Δυνάμει των ανωτέρω όλη η άσκηση του μοναχού συνίσταται στην αναζήτηση μιας συμφωνίας- συμπτώσεως της θελήσεως και της ζωής του ασκουμένου με την θέληση και τη ζωή του Θεού. Δηλαδή χωρίς την ενέργεια της Θείας Χάριτος η οποία σφραγίζει αυτούς τους ασκητικούς αγώνες, όλα τα αγωνίσματα μένουν ένα έργο ανθρώπινο και κατά συνέπεια φθαρτό. Αυτή η σύμπτωση- συμφωνία του θελήματος του Θεού και της θελήσεως του ασκουμένου εκφράζεται και πραγματοποιείται ουσιωδώς στην προσευχή και γι’ αυτό το λόγο η προσευχή αποτελεί την κορυφή όλης της ασκητικής δραστηριότητας. Η προσευχή είναι το κύριο έργο του. Η προσευχή είναι η εργασία του αλλά και η ανάπαυσή του. Περισσότερο από την εργασία ή την ανάπαυσή του, η προσευχή είναι η ζωή του μοναχού. Η ζωή του είναι προσευχή και η προσευχή είναι η ζωή του. Η προσευχή μπορεί να ποικίλλει επ’ άπειρον και κατά την μορφή και κατά την ποιότητα. Και βεβαίως εννοούμε εκτός από την λατρευτική προσευχή, κυρίως την νοερά, καρδιακή προσευχή, την ΚΑΘΑΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ που είναι και η τελειότερη μορφή της. Γι’ αυτήν την προσευχή ο αββάς Βαρσανούφιος ο Μέγας λέγει: «Ψυχή τελεία εστί το λαλείν τω Θεώ αρεμβάστως, εν τω συνάγειν όλους τους λογισμούς αρεμβάστως μετά των αισθήσεων». Καρποί της καθαρής προσευχής, όπως αναφέρει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, είναι «η απλότης, αγάπη, ταπεινοφροσύνη, καρτερία, ακακία και τα τοιαύτα». Για να φθάσει ο μοναχός στην καθαρή προσευχή εγκαταλείπει τα πάντα. Και η εγκατάλειψη αυτή αποτελεί την ουσία της μοναστικής απαρνήσεως. 
Η προσευχή για να αποδώσει τους καρπούς της στον αρμόδιο καιρό αυτών πρέπει να καλλιεργείται σ’ ένα περιβάλλον ησυχίας σωματικής και ψυχικής. Αυτή είναι κατά την Ορθόδοξη Παράδοση η ησυχία των αισθήσεων, των λογισμών και της καρδίας. 

Μετάνοια. 
Είναι απαραίτητο να τονισθεί στο σημείο αυτό ότι η όλη άσκηση του μοναχού και του κάθε πιστού η προσπάθεια για να γίνει δεκτή από το Θεό πρέπει να συνοδεύεται από την μετάνοια. Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό μετάνοια είναι η επάνοδος της ψυχής εκ του παρά φύσιν στο κατά φύσιν. Η λέξη «μετάνοια» σημαίνει μ ε τ α β ο λ ή του ανθρώπου, αλλαγή, μετάβαση από μια κατάσταση σε άλλη. Η ζωή του μοναχού είναι μία ζωή συνεχούς εσωτερικής μετανοίας υπ’ αυτήν την έννοιαν. Είναι μία αδιάκοπη αναζήτηση του Θεού, κάθε ημέρα. Ο Θεός είναι το «ύδωρ το ζων» και ο μοναχός είναι ο αείποτε διψών τον Θεόν και στη μετάνοια υπάρχει μία δίψα του Θεού απεριόριστη. 

Μέγιστη η προσφορά του μοναχισμού. 

Η ορθόδοξη ασκητική αγωγή λοιπόν μέσω της οδού της καθάρσεως, φωτισμού, οδηγεί τον μοναχό ασφαλώς στην θέωση, στην εμπειρική γνώση του Θεού, με τη συνεργεία βεβαίως της θείας χάριτος. Επειδή ο μοναχισμός διατηρεί εν χρήσει αυτήν την ορθόδοξο μέθοδο θεραπείας του ανθρώπου και της κατά χάριν θεώσεως, τα μέγιστα συνέβαλε στην διατύπωση και την διατήρηση των δογμάτων της Εκκλησίας, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διατύπωση αυτής της ζωής της θεώσεως. Γράφει ο Άγιος Ιγνάτιος Μπριτσιανίνωφ:«Οι μοναχοί έχουν δώσει εις την Εκκλησίαν του Χριστού πνευματικούς ποιμένας, οι οποίοι με λόγους όχι της ανθρώπινης σοφίας, αλλά του πνεύματος, επικυρωμένους με θαύματα, έχουν οδηγήσει και στερεώσει την Εκκλησίαν. Ιδού διατί η Εκκλησία μετά την περίοδον των Μαρτύρων κατέφυγε εις την έρημον. Εκεί κατέφυγεν η τελειότης Του, η πηγή του φωτός Του, η κυρία δύναμις της στρατευομένης Εκκλησίας. Τι ήσαν ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος, ο Επιφάνιος, με μίαν λέξιν όλοι οι άγιοι πνευματικοί ποιμένες; … Εστερέωσαν την πίστιν, κατήγγειλαν και συνέτριψαν τας αιρέσεις. Χωρίς τους μοναχούς ο Χριστιανισμός δεν θα είχεν εξαφανισθή από τον κόσμον;». 

Τολμηρή τοποθέτηση σχετικά με το μοναχισμό! Αλλά έτσι μέσα στην Εκκλησία αξιολογήθηκε η σπουδαιότητα του ορθοδόξου μοναχισμού και των γνησίων φορέων και εκφραστών του πνεύματός του, των αγίων πατέρων δηλαδή. 

Μπορούμε με άνεση πλέον να υποστηρίξουμε, βάσει των όσων εν συντομία αναφέραμε παραπάνω, ότι ο μοναχισμός είναι η δόξα και το καύχημα της Εκκλησίας. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης έλεγε ότι στο σώμα του Χριστού, στην Εκκλησία, οι μοναχοί αποτελούν την κόμη της κεφαλής. Όπως η κόμη της κεφαλής αφ’ ενός μεν αποτελείται από «νεκρές» τρίχες, αφ’ ετέρου δε είναι η ομορφιά του ανθρώπου, έτσι και οι μοναχοί είναι οι νεκρωμένοι κατά κόσμον, αλλά συγχρόνως είναι η δόξα της Εκκλησίας. Η προσφορά του ορθοδόξου μοναχισμού από την γέννησή του έως σήμερα είναι τεράστια και σωτηριώδους σημασίας για όλον τον κόσμο. Διατηρεί κατά πρώτον λόγο ακέραια την μέθοδο θεραπείας και θεώσεως, και κατά δεύτερον λόγο αίρει με αυταπάρνηση και τον σταυρό της δογματικής ακριβείας. Επίσης, παρά την δριμύτατη κριτική των ανθρώπων, οι μοναχοί προσεύχονται αδιαλείπτως για την σωτηρία όλων των ανθρώπων. Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης γράφει: «Ο κόσμος νομίζει πως οι μοναχοί είναι ανώφελο γένος. Έχουν όμως άδικο να σκέφτονται έτσι. Δεν ξέρουν πως ο μοναχός προσεύχεται για όλον τον κόσμο. Δεν βλέπουν τις προσευχές του και δεν γνωρίζουν με πόση ευσπλαχνία τις δέχεται ο Κύριος. Οι μοναχοί κάνουν μεγάλο πόλεμο με τα πάθη και γι’ αυτόν τον αγώνα τους θα είναι μεγάλοι κοντά στο Θεό». 

Ο μοναχισμός ενώπιον του Θεού. 

Τελειώνοντας τα ολίγα εν περιλήψει περί μοναχισμού παραθέτουμε ένα αξιόλογο κείμενο του Σεραπίονος Θμουπόλεως (4ος αιών.) όπου με ζωηρό ύφος και λόγο διαγγέλεται η ενώπιον του Θεού τιμή και αξία της μοναχικής πολιτείας: 
«Πόσο υπερέχει στην τιμή το άγιο σχήμα σας! Πόση ευωδία πνευματική αποπνέει! Πόσο μεγάλο είναι το επάγγελμα που διαλέξατε! Κανένας λόγος δεν μπορεί να το εξυμνήσει! Ώ επάγγελμα που αγγίζεις τον ουρανό! Ώ επάγγελμα που συνδέεσαι με το Θεό! Ώ επάγγελμα που μοιάζεις με αγγέλους! Ώ επάγγελμα που διασώζεις το «κατ’ εικόνα»! Ώ επάγγελμα που παραστέκεσαι κοντά στο Θεό! Ώ επάγγελμα που είσαι για το Θεό το πιο τίμιο! Ώ επάγγελμα με το οποίο σώζεται ο κόσμος! Μακαρίζοντάς σας κάποιος δίκαια θα μπορούσε να πει: “μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ, οι πορευόμενοι εν νόμω Κυρίου” ».

Tο άβατο* του Αγίου Όρους και η φημολογούμενη κατάργησή του - Γέροντα Μωυσέως Αγιορείτου.

ΕΡ.: Γέροντα, μιλήστε μας για το άβατο του Αγίου Όρους και τη φημολογούμενη κατάργησή του.


ΑΠ.: Κατά καιρούς τίθεται το θέμα. Νομίζω πως γίνεται για κατανάλωση και για να ασχολούμεθα με κάτι άλλο, αφήνοντας στην άκρη άλλα ουσιαστικότερα προβλήματα. Το άβατο, δεν είναι μια χθεσινή παραξενιά των μοναχών. Έχει θεσπισθεί από τότε που υπήρξε μοναχισμός. Σε όλα τα Ορθόδοξα μοναστήρια της Ανατολής, εις μεν τα γυναικεία δεν επιτρέπονταν άνδρες, εις δε τα ανδρικά δεν επιτρέπονταν γυναίκες. Ήταν αυστηρός ο μοναχισμός, ο αρχέγονος.

 Ο αγιορείτικος μοναχισμός, που οργανώθηκε τον 10ο αιώνα από τον Όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, έφερε αυτό το πνεύμα της αυστηρότητος και του αβάτου στον ιερό αυτό χώρο, όχι γιατί η γυναίκα θεωρείται δαίμονας ή αμαρτία ή γιατί οι μοναχοί είναι μισογύνηδες, αλλά καθαρά για λόγους ασκήσεως. Άλλωστε, το πιο τιμημένο πρόσωπο στο Άγιον Όρος είναι το γυναικείο πρόσωπο της Παναγίας. Έπειτα, ας θυμίσουμε πως η γυναίκα, η Εύα, πλάσθηκε από το πλευρό του Αδάμ. Δεν πλάσθηκε ούτε από το κεφάλι, ούτε από τα πόδια. Ούτε ανώτερη είναι, ούτε κατώτερη, αλλά συμπλήρωμα, ίση.

Ο Θεός ως παντογνώστης και προγνώστης δημιούργησε τη γυναίκα, για να είναι σύντροφος του Αδάμ στις περιπέτειες του βίου. Επιστρέφοντας ο άνδρας από τα χωράφια, από τις εργασίες, να βρει λίγη θαλπωρή, ευγένεια, κολακεία, έτοιμο φαγητό... H γυναίκα υπάρχει για να θεραπεύσει την αγωνία, το άγχος του ανδρός και να προσφέρει αυτή τη θαλπωρή και κολακεία. Ο μοναχός δεν αποφεύγει μόνο ό,τι είναι αμαρτία, αλλά και ό,τι του προσφέρει ιδιαίτερη ανάπαυση, ηδονή. Ας σημειώσουμε, τέλος ότι η Ιερά Κοινότητα τα τελευταία χρόνια έχει μειώσει και την είσοδο του αριθμού των ανδρών στο Άγιον Όρος, έτσι ώστε να διατηρείται αυτό το ησυχαστικό, απαραίτητο περιβάλλον, για την καλύτερη ανάπτυξη του μοναχισμού.

* H είσοδος γυναικών και θηλυκών ζώων στο “περιβόλι της Παναγίας”, απαγορεύεται από το 1046, η παραβίαση του αβάτου τιμωρείται σύμφωνα με το Ν.Δ. 2623/1953 μέχρι με φυλάκιση ενός έτους και με Κανονιστική Διάταξη του 1956 με κράτηση 5 ημερών και πρόστιμο. 

Οι Μοναχοί τίποτε καλό δεν έχουν κάνει;


Αυτοί οι μοναχοί ένα καλό δεν έχουν κάνει στη ζωή τους;

Τόσοι ναρκομανείς που δεν είχαν στον ήλιο μοίρα και βρήκαν καταφύγιο στο Όρος τις δύσκολες στιγμές τους και τώρα έχουν οικογένειες και πορεύονται μέσα στη ζωή

Τίποτε καλό δεν έχουν κάνει;

Τόσοι άνθρωποι στα πρόθυρα χωρισμού μετά από ώρες ατελείωτες κουβέντας με μοναχούς συνέδεαν τα κομμάτια της ζωής τους και γινόταν το θαύμα.

Τίποτε καλό δεν έχουν κάνει;

Τόσοι καρκίνοι, τόσες άλλες δύσκολες και περίεργες ιάσεις ασθενειών οφείλονται σε παρεμβάσεις των γερόντων που με τις προσευχές τους λύτρωναν τον κόσμο απ' τα προβλήματα.

Τίποτε καλό δεν έχουν κάνει;

Τόσες χρεοκοπίες και αποφυλακίσεις ανθρώπων βρήκαν διέξοδο κατόπιν παρεμβάσεων των μοναχών.

Τίποτε καλό δεν έχουν κάνει;

Πολλοί φοιτητές μη έχοντας χρήματα για τις σπουδές τους κατόπιν οικονομικής βοήθειας από τις μονές πήραν πτυχία και διαπρέπουν σήμερα σαν λαμπροί επιστήμονες.

Τίποτε δεν έχουν κάνει;

Πάρα πολλές οικογένειες που προστρέχουν στους γέροντες συμπληρώνουν το εισόδημα τους προκειμένου να ορθοποδήσουν στη σημερινή σκληρότητα της ζωής.


Έπρεπε να βάλουν τα ράσα, ν' αφήσουν γένια και μαλλιά χειμώνα καλοκαίρι, να εξαντλούνται στις αγρυπνίες και στις νηστείες, να δουλεύουν σκληρά μέρα νύχτα στα διακονήματα των μοναστηριών, να φιλοξενούν εκατοντάδες κόσμο κάθε χρόνο με όλες τις ιδιοτροπίες του καθενός από μας που επισκέπτεται το Όρος.

Θα μπορούσαν να κάνουν οτιδήποτε τους καταμαρτυρούμε εκτός του Όρους άνετα, όπως πολλοί άλλοι συμπολίτες μας που διαπρέπουν σ' αυτού του είδους ...τα αθλήματα και έχουν και τον σεβασμό, ναι τον σεβασμό και την ανοχή των αρχόντων.

Μετά θα ακούσουμε για τους μονάχους για διακίνηση ναρκωτικών, εμπόριο όπλων, ροζ διακινήσεις, φόνους, ληστείες...τέλος δεν υπάρχει.

Δεν ξέρουμε ακριβώς τι συνέβη με τον π. Εφραίμ - θα δούμε μη βιαζόμαστε- , αλλά φταίει όλο το Όρος, φταίνε όλα τα μοναστήρια, φταίνε όλοι οι μοναχοί και οι μοναχές, φταίει η Εκκλησία ... φταίει το ράσο τελικά;

Ανεχόμαστε σαν Έλληνες Ορθόδοξοι να ρίχνουν τόνους λάσπη στα μοναστήρια που ακόμη και οι κατακτητές τα σεβάστηκαν;

Ανεχόμαστε να βρίζεται η Εκκλησία που βαπτιστήκαμε, που παντρευτήκαμε και που στο τέλος θα πεθάνουμε;

Δεν αισθανόμαστε ότι όλα αυτά είναι μεθοδευμένα, είναι Νεοεποχήτικες διαδικασίες που σκοπός είναι να κάμψουν το φρόνημα των μοναχών αλλά και την εμπιστοσύνη που δείχνει ο Έλληνας πολίτης στο ράσο και στην Εκκλησία.

Aς προσέξουμε όλοι μας, τουλάχιστον στο κομμάτι που μας αναλογεί!

Κυριακή 8 Φεβρουαρίου 2009

ΤΡΙΩΔΙΟ

- ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ -



Όταν κάποιος ξεκινάει ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει που πηγαίνει. Αυτό συμβαίνει και με τη Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω απ΄όλα η Μ.Σαρακοστή, είναι ένα πνευματικό ταξίδι που προορισμός του είναι το Πάσχα, <<η Εορτή των Εορτών>>. Η νέα ζωή η οποία πριν δύο χιλιάδες περίπου χρόνια <<ανέτειλε εκ του τάφου>>, προσφέρθηκε σε μας, σε όλους εκείνους που πιστεύουν στο Χριστό. Μας δόθηκε τη μέρα που βαφτιστήκαμε. 
Έτσι το Πάσχα πανηγυρίζουμε την Ανάσταση του Χριστού σαν γεγονός που έγινε και ακόμη γίνεται σε μας. Γιατί ο καθένας μας έλαβε το δώρο αυτής της νέας ζωής. Είναι ένα δώρο που ριζικά αλλάζει τη διάθεσή μας απέναντι σε κάθε κατάσταση αυτού του κόσμου, ακόμη και απέναντι στο θάνατο. Επιβεβαιώνουμε θριαμβευτικά το: <<νικήθηκε ο θάνατος>>. Φυσικά υπάρχει ακόμα ο θάνατος, είναι σίγουρος, τον αντιμετωπίζουμε, και κάποια μέρα θα έρθει και για μας. Αλλά όλη η πίστη μας είναι ότι με το δικό Του θάνατο ο Χριστός άλλαξε τη φύση ακριβώς του θανάτου. Τον έκανε πέρασμα - <<διάβαση>>, <<Πάσχα>> - στη βασιλεία του Θεού μεταμορφώνοντας τη δραματικότερη τραγωδία σε αιώνιο θρίαμβο, σε νίκη. Με το <<Θανάτω θάνατον πατήσας>>, μας έκανε μετόχους της Ανάστασής Του. 
Τέτοια είναι η πίστη της Εκκλησίας μας. Εμείς ξεχνάμε όλα αυτά γιατί είμαστε απασχολημένοι, τόσο βυθισμένοι στις καθημερινές έγνοιες μας, που ξεχνάμε ακόμα και το θάνατο και τελικά, εντελώς αιφνιδιαστικά, μέσα στις <<απολαύσεις της ζωής μας>> μας έρχεται τρομακτικός, αναπόφευκτος, παράλογος. Πραγματικά ζούμε σαν να μην ήρθε ποτέ Εκείνος. Αυτή είναι η μόνη πραγματική αμαρτία, όλων των κατ' όνομα χριστιανών. Αν το αναγνωρίσουμε αυτό, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι το Πάσχα και γατί χρειάζεται και προϋποθέτει τη Μεγάλη Σαρακοστή. Ολόκληρη η λατρεία της Εκκλησίας μας είναι οργανωμένη γύρω από το Πάσχα, που είναι το Τέλος και που ταυτόχρονα είναι και η Αρχή. 
Για πολλούς από τους χριστιανούς, η Μεγάλη Σαρακοστή αποτελείται από τυπικούς κανόνες που επικρατεί το αρνητικό στοιχείο, όπως η αποχή από ορισμένα φαγητά. Όμως σκοπός της είναι να <<μαλακώσει>> τη καρδιά μας τόσο, ώστε να μπορεί να αποκτήσει την εμπειρία της κρυμμένης <<δίψας και πείνας>> για επικοινωνία με το Θεό. Αυτή η <<ατμόσφαιρα>> της Μ.Σαρακοστής δημιουργείται βασικά με τη λατρεία, με τους ύμνους του Τριωδίου που οι ιεροί υμνογράφοι, συνέθεσαν και οργάνωσαν όλες τις ακολουθίες, με θαυμαστή κατανόηση της ανθρώπινης ψυχής. Το ΤΡΙΩΔΙΟ είναι ένα λειτουργικό βιβλίο που περιλαμβάνει ύμνους και βιβλικά αναγνώσματα για την κάθε μέρα της περιόδου της Μ. Σαρακοστής, η οποία αρχίζει με την Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου και τελειώνει με τον Εσπερινό του Αγίου και Μεγάλου Σαββάτου. Η άγνοια των ύμνων του Τριωδίου είναι η βασική αιτία που μας κάνει σιγά να παραμορφώνουμε τη κατανόηση, το σκοπό και το νόημα της Μεγάλης Σαρακοστής. 
Πολύ πριν αρχίσει η Μ.Σαρακοστή, η Εκκλησία μας αναγγέλλει ότι πλησιάζει και μας καλεί να μπούμε στην περίοδο της προετοιμασίας γι΄αυτήν. Γιατί; Γιατί η Εκκλησία έχει μια βαθειά ψυχολογική γνώση της ανθρώπινης φύσης. Ξέροντας την έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης και την τρομακτική <<κοσμικότητα>> της ζωής μας, αναγνωρίζει την αδυναμία μας να αλλάξουμε αυτόματα, να πάμε ξαφνικά από μια πνευματική ή διανοητική κατάσταση σε μια άλλη. Έτσι, αρκετά πριν αρχίσει η ουσιαστική προσπάθεια , η Εκκλησία προκαλεί τη προσοχή μας στη σοβαρότητα της Μ.Σαρακοστής και μας καλεί να σκεφθούμε τη σημασία της. 
Αυτή η προπαρασκευαστική περίοδος περιλαμβάνει τις Κυριακές: α) Του Τελώνη και του Φαρισαίου, που αναφέρεται στην Ταπείνωση. β) Του Ασώτου, που αναφέρεται στην μετάνοια. γ) Της  Απόκρεω, που αναφέρεται στην Τελευταία Κρίση και στη χριστιανική αγάπη και δ) Της Τυροφάγου, ή της Συγγνώμης που θυμόμαστε της εξορία από τον Παράδεισο των Πρωτοπλάστων.


ΚΥΡΙΑΚΗ <<ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ>>

Την παραμονή της Κυριακής <<του Τελώνη και του Φαρισαίου>>, στον Εσπερινό του Σαββάτου εμφανίζεται για πρώτη φορά το λειτουργικό βιβλίο <<Τριώδιο>> και διαβάζονται διάφορα κείμενα που τα προσθέτουμε στους συνηθισμένους ύμνους της εβδομαδιαίας αναστάσιμης ακολουθίας. Το ευαγγελικό ανάγνωσμα (Λουκ.18,10-14) περιγράφει έναν άνθρωπο που είναι πάντα ευχαριστημένος με τον εαυτό του και που νομίζει ότι συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις της θρησκείας. Είναι βέβαιος για τον εαυτό του και πολύ περήφανος. Στην πραγματικότητα όμως έχει παραποιήσει το νόημα της θρησκείας. Όσο για τον Τελώνη, αυτός ταπεινώνει τον εαυτό του και αυτή η ταπείνωση τον δικαιώνει μπροστά στον Θεό. Αν υπάρχει μια ηθική αξία που σχεδόν απόλυτα παραθεωρείται ή αγνοείται σήμερα είναι πραγματικά η ταπείνωση. Ο πολιτισμός στον οποίο ζούμε διαρκώς ενσταλάζει μέσα μας την έννοια της υπερηφάνειας, της αυτοεξύμνησης και της αυτοδικαίωσης. Η ταπείνωση -είτε ατομική, είτε ομαδική, είτε εθνική είναι -θεωρείται δείγμα αδυναμίας, κάτι ανάρμοστο για έναν αληθινό άνθρωπο. Ο Θεός είναι ταπεινός γιατί είναι τέλειος. Η ταπείνωσή Του είναι η δόξα Του και η πηγή κάθε αληθινής ομορφιάς, τελειότητας και καλοσύνης. Αυτό συνέβηκε με την Παναγία, τη Μητέρα του Χριστού, που η ταπείνωση την έκανε χαρά όλης της οικουμένης και αυτό συνέβη με όλους τους αγίους. Πως κανείς γίνεται ταπεινός; Με την ενατένιση του Χριστού, που είναι η σαρκωμένη Θεία ταπείνωση. Η περίοδος λοιπόν της Μ.Σαρακοστής αρχίζει με μια αναζήτηση, μια προσευχή για ταπείνωση που είναι η αρχή της αληθινής μετάνοιας. Η μετάνοια επομένως είναι θεμελιωμένη στην ταπείνωση.

ΚΥΡΙΑΚΗ <<ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ>>

Διαβάζουμε από το Ευαγγέλιο την παραβολή του Ασώτου Υιού (Λουκ.15, 11-32). Η παραβολή αυτή μαζί με τους ύμνους της ημέρας, μας παρουσιάζουν τη μετάνοια σαν επιστροφή του ανθρώπου από τη εξορία. Ο άσωτος γιός, πήγε σε μια μακρινή χώρα και εκεί σπατάλησε ό,τι είχε και δεν είχε. Μια μακρινή χώρα. Είναι ο μοναδικός ορισμός της ανθρώπινης κατάστασης που θα έπρεπε να αποδεχτούμε καθώς αρχίζουμε την προσέγγισή μας στο Θεό. Ένας άνθρωπος που ποτέ δεν είχε αυτή την εμπειρία, έστω και για λίγο, που ποτέ δεν αισθάνθηκε ότι είναι εξόριστος από το Θεό και από την αληθινή ζωή, αυτός ποτέ δεν θα καταλάβει τι ακριβώς είναι ο Χριστιανισμός. Αυτό το αίσθημα της αποξένωσης από το Θεό, από την μακαριότητα της κοινωνίας μαζί Του, από την αληθινή ζωή όπως τη δημιούργησε και μας την έδωσε Εκείνος. Να παραδεχθώ ότι έχω αμαυρώσει και έχω χάσει την πνευματική μου ομορφιά, ότι είμαι πολύ μακριά από το πραγματικό μου σπίτι, την αληθινή ζωή.
Έλαβα από το Θεό θαυμαστά πλούτη: πρώτα απ' όλα τη ζωή και τη δυνατότητα να τη χαίρομαι, να την ομορφαίνω με νόημα, αγάπη και γνώση. Ύστερα - με το Βάπτισμα - έλαβα τη νέα ζωή από τον ίδιο το Χριστό, τα δώρα του Αγίου Πνεύματος, την ειρήνη και τη χαρά της ουράνιας Βασιλείας. Και όλα αυτά τα έχασα, τα χάνω καθημερινά, όχι μόνο με τις αμαρτίες, τις παραβάσεις, αλλά με την αμαρτία όλων των αμαρτιών: την απομάκρυνση της αγάπης μου από το Θεό, προτιμώντας την μακρινή χώρα από το όμορφο σπίτι του Πατέρα.
Η Εκκλησία όμως είναι εδώ παρούσα για να μου θυμίζει τι έχω εγκαταλείψει, τι έχω χάσει.
Και, καθώς αναλογίζομαι, βρίσκω μέσα μου την επιθυμία της επιστροφής και τη δύναμη να τη πραγματοποιήσω. Αυτό και μόνο αυτό, είναι μετάνοια, να αποκτήσω ξανά το χαμένο σπίτι. <<Θα σηκωθώ και θα πάω στον πατέρα μου και θα του πω. Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και σε σένα, και δεν είμαι πλέον άξιος να ονομασθώ γιός σου>>. 

<<ΨΥΧΟΣΑΒΒΑΤΟ>>

Την παραμονή της Κυριακής της Απόκρεω η Εκκλησία μας καλεί σε μια παγκόσμια ανάμνηση όλων <<των απ' αιώνος κοιμηθέντων ευσεβώς, επ' ελπίδι αναστάσεως, ζωής αιωνίου>>. Για να καταλάβουμε το νόημα, πρέπει να θυμηθούμε ότι ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία της αγάπης. Ο Χριστός δεν άφησε στους μαθητές Του μια διδασκαλία ατομικής σωτηρίας, αλλά την <<καινή εντολή>> του <<αγαπάτε αλλήλους>>.

Η αγάπη, που αποτελεί το θέμα της αυριανής Κυριακής των Απόκρεω, είναι το θεμέλιο και η ουσία της ζωής της Εκκλησίας.
Η προσευχή για τους <<κεκοιμημένους>> είναι μια βασική έκφραση της Εκκλησίας σαν αγάπης. Ζητάμε από το Θεό να θυμηθεί αυτούς που και μεις θυμόμαστε και τους θυμόμαστε ακριβώς γιατί τους αγαπάμε. 
Προσευχόμαστε γι' αυτούς τους συναντάμε <<εν Χριστώ>> ο οποίος επειδή είναι Αγάπη, ξεπερνάει το θάνατο. Μέσα στο Χριστό δεν υπάρχουν ζωντανοί και πεθαμένοι γιατί όλοι είναι <<ζώντες εν Αυτώ>>. Αυτός είναι η Ζωή. Αγαπώντας αυτούς που είναι εν Αυτώ, αγαπάμε το Χριστό. Αυτό το Σάββατο λοιπόν πριν την Κυριακή της Απόκρεω, τελείται η ακολουθία για την ανάμνηση των <<προαπελθόντων>>.

ΚΥΡΙΑΚΗ <<ΤΗΣ ΑΠΟ-ΚΡΕΩ >>

Ονομάζεται Κυριακή της Απόκρεω γιατί στη διάρκεια της εβδομάδας που ακολουθεί αρχίζει μια περιορισμένη νηστεία* -<<αποχή κρέατος>>- όπως παραγγέλλουν τα λειτουργικά βιβλία. Η Εκκλησία αρχίζει να μας <<προσαρμόζει>> στη μεγάλη προσπάθεια που θα απαιτήσει από εμάς επτά μέρες αργότερα. Σταδιακά μας βάζει στο μεγάλο αγώνα, γιατί γνωρίζει την ευπάθειά μας και προβλέπει τη πνευματική μας αδυναμία. 

Ευαγγελικό ανάγνωσμα της μέρας είναι η παραβολή του Χριστού για την Τελευταία Κρίση (Ματθ. 25, 31-46).
Όταν ο Χριστός θα έρθει να μας κρίνει ποιό θα είναι το κριτήριό Του; Η παραβολή μας δίνει την απάντηση: η αγάπη. Όχι ένα απλό ανθρωπιστικό ενδιαφέρον, αλλά η συγκεκριμένη και προσωπική αγάπη για τον άνθρωπο, για κάθε ανθρώπινο πρόσωπο με το οποίο ο Θεός με φέρνει σε επαφή στη ζωή μου. 
Η χριστιανική αγάπη είναι η <<δυνατή αδυνατότητα>> να βλέπω το Χριστό στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός, και τον οποίο ο Θεός, μέσα στο αιώνιο και μυστηριώδες σχέδιό Του, έχει αποφασίσει να φέρει στη ζωή μου έστω και για λίγες στιγμές. Να τον φέρει κοντά μου όχι σαν μια ευκαιρία για <<καλή πράξη>> ή για εξάσκηση της φιλανθρωπίας μου, αλλά σαν αρχή μιας αδιάκοπης συντροφιάς μέσα στον ίδιο το Θεό.
Η αγάπη ξεπερνάει στον <<άλλο>> την εξωτερική του εμφάνιση, την κοινωνική του θέση, την εθνική του καταγωγή, την διανοητική του ικανότητα και φθάνει στην ψυχή του, το αληθινό κομμάτι του Θεού μέσα του. Είναι η υπέροχη ανακάλυψη του <<προσώπου>> στον <<άνθρωπο>>, η ανακάλυψη του συγκεκριμένου και μοναδικού προσώπου μέσα στο σύνολο γενικά. 
Η πραγματική αποστολή της Εκκλησίας είναι να υπενθυμίζει στον άνθρωπο την προσωπική του αγάπη. Όλοι οι άνθρωποι έχουν ανάγκη απ' αυτή τη προσωπική αγάπη, να τους αναγνωρίζεται η μοναδικότητα της ψυχής τους στην οποία αντανακλάται όλη η ομορφιά της δημιουργίας μ' ένα ξεχωριστό τρόπο. Ξέρουμε ότι οι άνθρωποι βρίσκονται στη <<φυλακή>>, είναι <<πεινώντες και διψώντες>> ακριβώς γιατί τους λείπει αυτή η προσωπική αγάπη. Τέλος ξέρουμε ότι είτε αγαπήσαμε είτε αρνηθήκαμε την αγάπη, πρόκειται να κριθούμε, γιατί <<εφ' όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε>> (Ματθ. 25,40) 
_______________

*ΤΣΙΚΝΟΠΕΜΠΤΗ: Έτσι λέγεται η Πέμπτη της Κρεατινής εβδομάδας, επειδή την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια ψήνουν κρέας ή λειώνουν το λίπος από τα χοιρινά και η τσίκνα είναι διάχυτη παντού - καθ' όσο σε λίγο ξεκινά η νηστεία από το κρέας. (της Απο-κρεω)(Πάπυρος τ.58, σελ. 235).


ΕΒΔΟΜΑΔΑ <<ΤΗΣ ΤΥΡΟΦΑΓΟΥ*>>

Φτάσαμε στις τελευταίες μέρες πριν από την Μεγάλη Σαρακοστή. Ήδη κατά την εβδομάδα της Απόκρεω, δύο μέρες - η Τετάρτη και η Παρασκευή - ανήκουν στη Σαρακοστή. Η Θεία Λειτουργία δεν τελέσθηκε και η όλη τυπική διάταξη στις ακολουθίες έχει πάρει τα λειτουργικά χαρακτηριστικά της Μεγάλης Σαρακοστής.
Το Σάββατο της Τυροφάγου η Εκκλησία μας <<ποιεί μνεία πάντων των εν ασκήσει λαμψάντων αγίων ανδρών τε και γυναικών>>. Οι άγιοι είναι τα πρότυπα που θ' ακολουθήσουμε, οι οδηγοί στη δύσκολη τέχνη της νηστείας και της μετάνοιας. Στον αγώνα που πρόκειται ν' αρχίσουμε δεν είμαστε μόνοι, έχουμε βοηθούς και παραδείγματα.
Την Κυριακή, τελευταία μέρα πριν τη Σαρακοστή, που συνήθως την ονομάζουμε Κυριακή της συγγνώμης και <<της από του Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτόπλαστου Αδάμ>>.
Ξέρουμε ότι ο άνθρωπος πλάσθηκε για να ζει στον Παράδεισο, για την γνώση του Θεού και την κοινωνία μαζί Του. Η αμαρτία του όμως τον απομάκρυνε από την ευλογημένη ζωή και έτσι η ύπαρξή του στη γη είναι μια εξορία. Η Μ. Σαρακοστή είναι η απελευθέρωσή μας από τη σκλαβιά της αμαρτίας. 
Το ευαγγελικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής (Ματθ. 6, 14-21) θέτει τους όρους για μια τέτοια απελευθέρωση. Πρώτος όρος είναι η νηστεία, η προσπάθεια να ελευθερωθούμε από τη δικτατορία της σάρκας και της ύλης πάνω στο πνεύμα. Δεν πρέπει όμως η νηστεία μας να είναι υποκριτική, δηλαδή <<προς το θεαθήναι>>, να μη φαινόμαστε <<στους ανθρώπους νηστεύοντες, αλλά στον Πατέρα μας εν τω κρυπτώ>> όπως αναφέρεται στο ευαγγελικό ανάγνωσμα.
Δεύτερος όρος είναι η συγγνώμη: <<Εάν αφήτε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, θα αφήσει και τα δικά σας ο ουράνιος Πατέρας>>. Η συγχωρητικότητα είναι η επιστροφή στην ενότητα, στη σύμπνοια, στην αγάπη. Έτσι στον Εσπερινό αυτής της Κυριακής, στο τέλος της ακολουθίας, όλοι οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα και ο ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση.
Ουσιαστικά από τον Εσπερινό αυτό αρχίζει η Μεγάλη Σαρακοστή. Αρχίζει η ακολουθία με τον ιερέα ντυμένο στα λαμπερά άμφια και τα τροπάρια αναγγέλλουν τον ερχομό της Μ. Σαρακοστής και πέρα απ' αυτή, τον ερχομό του Πάσχα. Κατόπιν γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου με τον εσπερινό ύμνο <<Φως ιλαρόν αγίας δόξης>> και ο ιερέας προχωρεί στην Ωραία Πύλη για να αναφωνήσει το Προκείμενο που πάντα αναγγέλλει το τέλος της μιας μέρας και την αρχή της άλλης. Η θαυμάσια μελωδία: <<Μη αποστρέψεις το πρόσωπό σου από του παιδός σου, ότι θλίβομαι, ταχύ επάκουσόν μου, πρόσχες τη ψυχή μου και λύτρωσε αυτήν>> λέγεται πέντε φορές, τα φώτα σβήνουν και τα χρωματιστά άμφια αλλάζουν.
Από αυτό το σημείο ξεκινάει η Μεγάλη Σαρακοστή: συναισθάνομαι ότι είμαι εξόριστος από την ομορφιά της Βασιλείας Του και θλίβομαι. Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ο Θεός μπορεί να με βοηθήσει σ' αυτή τη θλίψη. Μετάνοια πάνω απ' όλα είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη Θεία βοήθεια. Στη συνέχεια διαβάζεται η προσευχή του Αγίου Εφραίμ που συνοδεύεται από μετάνοιες. Καθώς οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα, ο χορός ψάλλει πασχαλινούς ύμνους. Από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως της Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.
______________
*Λέγεται <<της Τυροφάγου>> γιατί τρώμε περισσότερο τυροκομικά προϊόντα για τελευταία μέρα και όχι πλέον κρέας.